Gucci: Βαλίτσες με σκάνδαλα, αλλαγές και μυστικά
Από ένα brand με είδη ταξιδίου, ο Gucci καθιερώθηκε ως ένα από τα πιο γνωστά ονόματα στη μόδα παγκοσμίως, μια ιστορία επιτυχίας και σκανδάλων που συνεχίζεται τώρα με τον νέο καλλιτεχνικό διευθυντή Demna Gvasalia.
Ήταν 2013 όταν ο ράπερ 2 Chainz δήλωσε σε συνέντευξή του στο περιοδικό XXL: «Όταν πεθάνω, θάψτε με μέσα στον οίκο Gucci». Αυτό δείχνει πόσο εμβληματικός είναι ο οίκος, που έκλεισε έναν αιώνα ζωής το 2021 και συνεχίζει το ταξίδι του στη βιομηχανία μόδας.
Ο οίκος Gucci γυρίζει σελίδα και γράφει ένα νέο κεφάλαιο, ανακοινώνοντας το όνομα του νέου δημιουργικού διευθυντή του: του Demna Gvasalia, γνωστό για τη συνεργασία του με τον Balenciaga. Ο Γεωργιανός σχεδιαστής αντικατέστησε τον Sabato De Sarno, ο οποίος αποχώρησε από τη θέση του τον Φεβρουάριο, λίγο πριν από την co-ed επίδειξη στη Μόδα του Μιλάνου (co-ed: προωθεί την ιδέα της ισότητας στην επιλογή ρούχων, ανεξαρτήτως φύλου).

Το πρώτο κατάστημα με δερμάτινα είδη Gucci στη Via della Vigna Nuova στη Φλωρεντία.
Διαβάστε ακόμη: Gucci: Όταν η μόδα επενδύει στο σασπένς
Με τα χρόνια, το brand άλλαξε μορφή και ταυτότητα πολλές φορές, μεταβαίνοντας από μια εταιρεία δερμάτινων ειδών σε έναν διεθνώς αναγνωρισμένο οίκο μόδας. Η εκατονταετής ιστορία του Gucci διαμορφώθηκε από μια οικογένεια επιχειρηματιών και οραματιστών σχεδιαστών. Από τον Guccio Gucci στον Maurizio Gucci και από τον Tom Ford στον Alessandro Michele, αυτές είναι όλες οι σημαντικές στιγμές μέχρι σήμερα.
Η ίδρυση του Gucci
Η ιστορία του οίκου ξεκινά το 1921 στη Φλωρεντία με μια μπουτίκ με δερμάτινα είδη πολυτελείας στη Via della Vigna Nuova. Όμως, η πραγματική ιστορία του Gucci είχε αρχίσει πολύ νωρίτερα με τον ιδρυτή του, Guccio Gucci, όταν το 1897 μετακόμισε στο Λονδίνο για να εργαστεί ως αχθοφόρος στο ξενοδοχείο The Savoy, που φιλοξενούσε την ελίτ της διεθνούς κοινωνίας.
Γεννημένος στις 26 Μαρτίου 1881, ο Guccio Gucci θαύμαζε τις περίτεχνες βαλίτσες, τις οποίες του εμπιστεύονταν επισκέπτες από όλο τον κόσμο για τη μεταφορά τους. Αποτίοντας φόρο τιμής στις ρίζες του, επέστρεψε στη Φλωρεντία το 1902 για να εργαστεί για τον Franzi, μια ιταλική επωνυμία με αποσκευές. Άρχισε να σχεδιάζει και να κατασκευάζει δερμάτινες βαλίτσες με αγγλικό ύφος, προϊόντα που λίγα χρόνια αργότερα θα έφερναν την επιτυχία στη boutique του.

Διαφήμιση της εποχής για το κατάστημα Gucci.
Ο 40χρονος πλέον Gucci, έτοιμος να ξεπεράσει τον εαυτό του, άνοιξε το 1921 το δικό του κατάστημα με επώνυμα δερμάτινα είδη. Η πρόσφατη κολεξιόν Cruise 2025 στο Λονδίνο και η επερχόμενη Cruise 2026 στη Φλωρεντία αποτίουν φόρο τιμής στις ρίζες του brand.
Η επιτυχία τις δεκαετίες του ’50 και του ’60
Κατά τη δεκαετία του 1940, η Ιταλία βρισκόταν υπό τη δικτατορία του Benito Mussolini. Το φασιστικό καθεστώς δημιουργούσε προβλήματα στην εύρεση πρώτων υλών, με αποτέλεσμα η μάρκα να μην μπορεί να προμηθευτεί δέρμα. Έτσι πολλά προϊόντα κατασκευάστηκαν από μετάξι.
Μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, ο Gucci άνθισε χάρη στις καινοτόμες ιδέες του Guccio Gucci. Το 1947 παρουσίασε τις τσάντες με μπαμπού χερούλια, το εμβληματικό μοντέλο Gucci Bamboo, που παραμένει ένα από τα πιο δημοφιλή και διαχρονικά αξεσουάρ του οίκου.

Το κλασικό Flora μαντήλι έγινε κατόπιν παραγγελίας για την πριγκίπισσα του Μονακό, Grace Kelly. Σχεδιάστηκε από τον Rodolfo Gucci, έναν από τους γιους του Guccio.
Το 1951 άνοιξε το πρώτο κατάστημα στο Μιλάνο, ενώ το 1953 λανσαρίστηκαν τα περίφημα μοκασίνια Horsebit, τα οποία, φοράμε ακόμη και σήμερα σε διαφορετικές αποχρώσεις. Στα μέσα της δεκαετίας του ’50, ο Aldo Gucci κατοχύρωσε το διάσημο πλέον λογότυπο με τα δύο αναγνωρίσιμα G, που είναι τα αρχικά του ονόματος του ιδρυτή.
Καθώς το brand γινόταν όλο και πιο δημοφιλές μεταξύ της ελίτ – από το Χόλιγουντ έως τις Πρώτες Κυρίες – δημιουργήθηκαν εμβληματικά κομμάτια όπως η τσάντα Jackie, εμπνευσμένη από την Jacqueline Kennedy, και το φουλάρι Flora, σχεδιασμένο για τη Grace Kelly το 1966.
Στα τέλη της δεκαετίας του ’60, ο Gucci επεκτάθηκε στον τομέα των ρούχων, ενώ παράλληλα δημιούργησε lifestyle συλλογές, συμπεριλαμβανομένης μιας ειδικής σειράς για το τένις. Όπως και για το γκολφ και άλλα ήδη σπορ.
Η διεθνής ανάπτυξη και η οικογενειακή διαμάχη
Υπό την καθοδήγηση του Aldo Gucci, το brand ξεκίνησε τη διεθνή του επέκταση. Ωστόσο, τη δεκαετία του ’80, οι οικογενειακές διαμάχες απείλησαν την επιχείρηση.
Το 1983, ο Maurizio Gucci ανέλαβε τον έλεγχο του οίκου και προσέλαβε τη σχεδιάστρια Dawn Mello. Η προσωπική και επαγγελματική του πορεία αποτυπώθηκε δραματοποιημένη στην ταινία House of Gucci, η οποία εστίασε ιδιαίτερα στη σκοτεινότερη στιγμή στην ιστορία της εταιρείας: τη δολοφονία του Maurizio Gucci το 1995, για την οποία καταδικάστηκε η πρώην σύζυγός του, Patrizia Reggiani.
Η δεκαετία του 1980 βρήκε τον οίκο Gucci να χρεωκοπεί, μετά από σκανδαλώδεις ιστορίες της οικογένειας που διέρρευσαν στον Τύπο. Στις αρχές της δεκαετίας του ’90, η εικόνα του οίκου αμαυρώθηκε όταν άρχισαν να εμφανίζονται παντού αντίγραφα των προϊόντων της.
Ο Tom Ford άλλαξε την ιστορία του Gucci
Έναν χρόνο πριν από τη δολοφονία του Maurizio Gucci, στον οίκο είχε φτάσει ένας ταλαντούχος Αμερικανός σχεδιαστής από το Τέξας που έμελλε να αλλάξει τα πάντα: ο Tom Ford.
Κατά τη δεκαετία που υπηρέτησε ως δημιουργικός διευθυντής (1994-2004), ο Ford έδωσε στο Gucci μια έντονα αισθησιακή, σύγχρονη και τολμηρή ταυτότητα. Μέσα σε 5 χρόνια, αναφέρθηκε αύξηση των πωλήσεων κατά 90% και ο οίκος Gucci έβγαζε ετησίως περίπου 4 δισεκατομμύρια δολάρια. Ο Ford ήταν ο μεγαλύτερος μέτοχος του οίκου κατά τη διάρκεια της θητείας του και ήταν ο μοναδικός που απαιτούσε να αναφέρεται το όνομα του πάντοτε ακόμη και στην ετικέτα, κάτι που δεν έχει πετύχει κανείς άλλος δημιουργός μέχρι σήμερα. Το brand έγινε αντικείμενο πόθου το 2000, με τα φορέματα με έντονα ντεκολτέ να αποκτούν μυθική διάσταση.
Το 2004, ο όμιλος Kering απέκτησε πλήρως τον οίκο Gucci. Ο Tom Ford αντικαταστάθηκε από την Alessandra Facchinetti (για τη γυναικεία ένδυση) και στη συνέχεια από τη Frida Giannini, η οποία το 2006 ανέλαβε ως δημιουργική διευθύντρια, υιοθετώντας μια πιο κομψή και εκλεπτυσμένη αισθητική.

Το 1932, ο Gucci δημιούργησε τα loafers με το επιχρυσωμένο GG. Μέχρι σήμερα, αυτά τα παπούτσια είναι τα μόνα παπούτσια που εκτίθενται στο Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης της Νέας Υόρκης.
Η εποχή του Alessandro Michele
Αν και πολλοί σχεδιαστές, με σημαντική πορεία στον χώρο, δούλεψαν για τον Gucci, συμπεριλαμβανομένων των Alexander McQueen και Stella McCartney, το 2015, ο Gucci πέρασε στα χέρια ενός σχεδιαστή που μέχρι τότε ήταν σχεδόν άγνωστος: του Alessandro Michele.
Το στιλ του Michele, εκκεντρικό, ρετρό, μαξιμαλιστικό και εμπνευσμένο από τη φαντασία και την ιστορία, προκάλεσε αίσθηση και έδωσε στο brand μια νέα λάμψη. Ο Gucci έγινε ξανά το επίκεντρο της μόδας, ενώ συνεργασίες με αστέρες όπως ο Harry Styles, ο Jared Leto, η Dakota Johnson και οι Måneskin ενίσχυσαν το κύρος του.
Το 2021, ο Michele συνεργάστηκε με τον τότε δημιουργικό διευθυντή του Balenciaga, Demna Gvasalia, για μια τολμηρή “δημιουργική εισβολή” στις συλλογές τους.
Από τον Sabato De Sarno στον Demna Gvasalia
Το 2022, ο Alessandro Michele αποχώρησε από το brand. Ο Sabato De Sarno ανέλαβε τον σχεδιασμό έως το 2025, ακολουθώντας μια πιο μινιμαλιστική προσέγγιση, μακριά από την αισθητική του προκατόχου του.
Ωστόσο, το 2025, ο Gucci έκανε ξανά μια απρόσμενη στροφή: η θέση του δημιουργικού διευθυντή πέρασε στον Demna Gvasalia, σηματοδοτώντας ένα νέο κεφάλαιο για τον οίκο μόδας.
Έναν αιώνα μετά την ίδρυσή του, ο οίκος Gucci συνεχίζει να εξελίσσεται, γράφοντας τη δική του μοναδική ιστορία στη μόδα. H φράση του Alessandro Michele υπήρξε μάλλον προφητική: ‘Όταν ξεκίνησα να εργάζομαι για τον Gucci ήθελα να καταστρέψω τα πάντα”. Μάλλον τα κατάφερε…
Photo credits: Gucci