Το Παραδοσιακό καφενείο, άνοιξε το 1987 στην οδό Λουκιανού στο Κολωνάκι, ως όπως ακριβώς περιγράφει η ονομασία του. Γρήγορα εκτιμήθηκε και αγαπήθηκε από δημοσιογράφους, πολιτικούς, επώνυμους και κατοίκους της ευρύτερης περιοχής, όποτε ήθελαν να αποφύγουν την “φάτσα – κάρτα” έκθεση της πλατείας.

Διαβάστε ακόμη: Τα καλύτερα εστιατόρια στον κόσμο για το 2025

Το Κολωνάκι έτρωγε ελληνικά

Όταν πρωτοάνοιξε το Παραδοσιακό καφενείο, το 1987, το Κολωνάκι γνώριζε τις μεγάλες δόξες του. Στο Da Capo, αλλά και στα υπόλοιπα στέκια της πλατείας
εζυγίσθης, εμετρήθης και ευρέθης…”, εάν θα κάτσεις σε τραπέζι ή θα πιεις τον καφέ σου όρθιος. Πολύ γρήγορα το Παραδοσιακό καφενείο, ως οποιοδήποτε ελληνικό καφενείο στην επικράτεια, πέρασε και στο φαγητό. Μη φανταστείτε τίποτε φαντασμαγορικό και κοσμοπολίτικο: απλά, ελληνικά και λαχταριστά πιάτα, όπως είναι τα κεφτεδάκια.

Ωστόσο το Παραδοσιακό καφενείο, συνέχιζε να παραμένει και παραδοσιακό και καφενείο. Μια θεσμική αλλαγή, χωρίς όμως αντίστοιχη στην πινακίδα του καταστήματος, υπήρξε όταν τα τραπέζια του άρχισαν να στρώνονται με υφασμάτινα τραπεζομάντιλα και μάλιστα όχι ένα, αλλά δύο. Το Παραδοσιακό καφενείο ξεκίνησε να ισορροπεί ασταθώς ανάμεσα στο καφενείο και στο μπιστρό, με τις περισσότερες φορές να γέρνει προς το δεύτερο.

Περισσότεροι το επισκέπτονταν για να τσιμπήσουν κάτι και να πιουν μια μπίρα ή ένα τσίπουρο, παρά για να απολαύσουν ένα “βαρύ γλυκό”, συνοδεία γλυκού του κουταλιού, το οποίο, συγχωρήστε μας, δεν θυμόμαστε πια κι αν σέρβιρε ποτέ. Το Παραδοσιακό καφενείο σέρβιρε τους Αθηναίους boomers, αλλά και τη Gen X και αγαπήθηκε πολύ.

Διαβάστε ακόμη: Γιατί ο σεφ πρέπει να φοράει Prada;

Τα κεφτεδάκια πάνε με Prada

Δεν του έμελλε όμως, όταν οι τελευταίοι έσπειραν την Gen Z, να τη σερβίρει κι αυτήν. Το Παραδοσιακό καφενείο πέρασε στην ιδιοκτησία της ομάδας του αντικρινού του στην οδό Λουκιανού Brunello, ένα πολύ επιτυχημένο all day ιταλικό εστιατόριο. Οι πρώτες πληροφορίες που κυκλοφόρησαν, ομιλούν για cheffe και όχι για καφετζή ή barista, ως τον αρμόδιο που θα γεμίζει τους δίσκους σερβιρίσματος. Και όντως στην κουζίνα του βρίσκεται ως “μαγείρισσα” πλέον, η Κυριακή Φωτόπουλου, σεφ με εμπειρία από το Κτήμα Σιγάλα και το Κτήμα Κυρ-Γιάννη, που δουλεύει με εποχικές πρώτες ύλες και διαμορφώνει το μενού βασισμένο στον ρυθμό της φύσης.

Τα πιάτα της έχουν τον οικείο χαρακτήρα της ελληνικής οικογενειακής παλέτας, όμως η εμπειρία που αποκόμισε, όταν εργαζόταν στα δύο Κτήματα, με το pairing, το δέσιμό τους δηλαδή με το κατάλληλο κρασί, είναι εμφανής. Το μεσημέρι, το Παραδοσιακό καφενείο μένει πιστό στη λογική του μαγειρείου, με φαγητά της κατσαρόλας και έμφαση στην απλότητα. Τα βράδια, η ατμόσφαιρα αλλάζει και το μενού μετατρέπεται σε αυτό ενός ελληνικό μπιστρό, με μεζέδες και πιάτα για μοιρασιά, συνοδευόμενα από μια προσεγμένη λίστα κρασιών.

Στόχος της νέας ομάδας είναι να αναδείξει το καφενείο, όχι μόνο ως χώρο γεύσης, αλλά και ως κομμάτι ζωντανής μνήμης και πολιτισμού, που προσαρμόζεται στο σήμερα χωρίς να χάνει τον χαρακτήρα του. Αν η Gen Z “τσιμπήσει”, το Παραδοσιακό καφενείο θα έχει και νεανικό μέλλον. Όμως η Gen Z που έχει αντικαταστήσει το “first dinner date”, με τα “dry dates” απεχθάνεται το οινόπνευμα και θεωρεί ως παραδοσιακή διατροφή της τα nuggets! Πάντως η Gen X θα συνεχίσει να το στηρίζει.

Παραδοσιακό καφενείο: Λουκιανού 26, Κολωνάκι.