Φοριούνται, βγαίνουν, επιστρέφουν, εξαφανίζονται και πάλι γίνονται αντικείμενο πόθου. Τα καπέλα είναι σημάδι προσωπικού στιλ, κοινωνικής θέσης και η ιστορία του ξεκινά σχεδόν από την απαρχή του ανθρώπινου πολιτισμού. Γιατί, αλήθεια, φοράμε καπέλο;

Διαβάστε ακόμη: Hats off! Τα καπέλα είναι το απόλυτο fashion statement

Γιατί φοράμε καπέλο;

Αρχικά, ο άνθρωπος κάλυπτε το κεφάλι του για να προστατευτεί από τον ήλιο, το κρύο, τα χτυπήματα ή και… τις πέτρες που έπεφταν. Με την πάροδο του χρόνου, το καπέλο έγινε σύμβολο εξουσίας, κοινωνικού στάτους ή και ένταξης σε μια στολή. Και φυσικά, η μόδα δεν άργησε να το αναδείξει σε έργο τέχνης.

Διαβάστε ακόμη: Ο Stephen Jones, το Royal Ascot και τα καπέλα στη χώρα των θαυμάτων

Αν το καλοσκεφτείτε, ένα καπέλο είναι το πρώτο πράγμα που προσέχει κανείς πάνω σας γιατί η προσοχή πηγαίνει αυτόματα στο πρόσωπο. Όπως λέει και η αγγλική παροιμία: «If you want to get ahead and get noticed, get a hat». Το «ahead» (μπροστά) προέρχεται από το «a head» – ένα κεφάλι μπροστά!

Εκτός από το στιλ, υπάρχει και μια πρακτική διάσταση: περίπου το 85% της θερμότητας του σώματος χάνεται από το κεφάλι, οπότε σε κρύες μέρες το καπέλο γίνεται απολύτως απαραίτητο, ιδίως για τα μικρά παιδιά.

Αμερικάνικο καπελο Calash περίπου το 1790.

Η ιστορία της πιλοποιίας (millinery)

Η λέξη milliner εμφανίζεται στην Αγγλία τον 18ο αιώνα και προέρχεται από εμπόρους που κατάγονταν από το Μιλάνο (Millaners) και πωλούσαν ό,τι χρειαζόταν μια κυρία για να ντυθεί. Έτσι ξεκίνησε και η τέχνη του millinery, δηλαδή η κατασκευή γυναικείων καπέλων, που διαφέρει τεχνικά από αυτήν του hatmaker (για ανδρικά).

Στη Γαλλία, οι καπελάδες ονομάζονταν chapeliers, ενώ σήμερα χρησιμοποιείται ο όρος modiste. Η δουλειά τους δεν περιοριζόταν μόνο στην κατασκευή καπέλων, αλλά και στην επιλογή των φτερών που θα τα στόλιζαν, μια ξεχωριστή τέχνη με τον τίτλο plumassier.

Τα φτερά και η υπερβολή μιας άλλης εποχής

Στις αρχές του 20ού αιώνα, ο στολισμός των καπέλων με φτερά ήταν δείγμα πλούτου και εκκεντρικής κομψότητας. Πολλές φορές, καπέλα στολισμένα με εξωτικά φτερά κόστιζαν πάνω από 100 λίρες Αγγλίας, ποσό αστρονομικό για την εποχή. Οι Εδουαρδιανοί (Edwardians) έφτασαν στο σημείο να χρησιμοποιούν ακόμα και ολόκληρα βαλσαμωμένα πουλιά για διακόσμηση.

Αυτή η μόδα, όμως, δεν άργησε να προκαλέσει την αντίδραση οικολογικών οργανώσεων. Στην Αγγλία, η Βασιλική Εταιρεία Προστασίας Πτηνών (RSPB) και στην Αμερική η Audubon Society διαμαρτυρήθηκαν έντονα. Η βασίλισσα Αλεξάνδρα, μάλιστα, απαγόρευσε τη χρήση φτερών από σπάνιο είδος ψαραετού (osprey) στο παλάτι. Τελικά, θεσπίστηκε περιορισμός στη χρήση φτερών, επιτρέποντας μόνο εκείνα που προέρχονταν από συγκεκριμένα εκτρεφόμενα πτηνά.

Όταν το καπέλο ήταν επιβεβλημένο

Στις αρχές του 20ού αιώνα, η έξοδος από το σπίτι χωρίς καπέλο ή γάντια θεωρούταν ανάρμοστη. Ακόμα και αν επρόκειτο να πάτε μέχρι το γραμματοκιβώτιο. Όλοι, φτωχοί και πλούσιοι, άνδρες, γυναίκες και παιδιά, φορούσαν καπέλο. Ακόμα και οι ακτιβίστριες σουφραζέτες φρόντιζαν να είναι καλυμμένες.

Διαβάστε ακόμη: Fan-tastic! Η βεντάλια από τους αρχαίους Έλληνες στον Karl Lagerfeld

Ο πόλεμος άλλαξε τα πάντα

Ο Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος άλλαξε τις κοινωνικές δομές και, κατ’ επέκταση, τη μόδα. Οι γυναίκες εργάζονταν σε δουλειές που προηγουμένως θεωρούνταν «ανδρικές», και το ντύσιμο. καπέλο συμπεριλαμβανομένου, έγινε πιο πρακτικό. Το ίδιο συνέβη και στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο: αν και τα καπέλα δεν ήταν υπό καθεστώς δελτίου, οι γυναίκες τα εγκατέλειψαν προκειμένου να τρέξουν στα καταφύγια ή να ασχοληθούν με το έργο της επιβίωσης.

Αντ’ αυτών, γεννήθηκαν οι αυτοσχέδιοι «γρήγοροι» τρόποι κάλυψης, όπως τα τουρμπάνια από μαντήλια. Τα πλεκτά σκουφιά, οι μπερέδες και οι κουκούλες έγιναν το νέο φυσιολογικό.

Καπέλο εμπνευσμένο από το μουσείο Guggenheim, 1950.

Το καπέλο ως επιλογή, όχι επιταγή

Στις δεκαετίες που ακολούθησαν, το καπέλο έπαψε να είναι υποχρέωση και έγινε μια καθαρά στιλιστική επιλογή. Ένα αξεσουάρ για ιδιαίτερες περιστάσεις: γάμους, τελετές, ή, από την άλλη πλευρά του φάσματος, για casual street εμφανίσεις, όπως τα ανάποδα φορεμένα καπέλα τύπου baseball.

Η Πριγκίπισσα Νταϊάνα συνέβαλε σημαντικά στην επαναφορά των καπέλων τη δεκαετία του ’80, προτού τα εγκαταλείψει για να αποκαλύψει τη δική της προσωπικότητα.

Το πρώτο και μεγαλύτερο εργοστάσιο κατασκευής καπέλων «ΠΙΛ ΠΟΥΛ», λειτουργούσε από το 1886 μέχρι τα μέσα περίπου του 20ού αιώνα.

Η ελληνική πιλοποιία: Από το φέσι και το καλπάκι στα χειροποίητα καπέλα τέχνης

Μπορεί η λέξη milliner να έρχεται από το Μιλάνο, όμως η τέχνη της κατασκευής καπέλων έχει βαθιές ρίζες και στον ελλαδικό χώρο. Στην Ελλάδα, η παράδοση της πιλοποιίας, όπως ονομάζεται επισήμως η τέχνη της κατασκευής πίλων, δηλαδή καπέλων, άνθησε ιδιαίτερα τον 19ο και τον πρώιμο 20ό αιώνα, όταν το καπέλο ήταν απαραίτητο τόσο για τους άνδρες όσο και για τις γυναίκες.

Από το φέσι της Οθωμανικής περιόδου μέχρι το καλπάκι των Ευζώνων και το καβουράκι της μεσοπολεμικής Αθήνας, τα ελληνικά καπέλα υπήρξαν καθρέφτης της εποχής, της κοινωνικής τάξης και της πολιτικής ταυτότητας. Στην Αθήνα του 19ου αιώνα λειτουργούσαν δεκάδες πυλοποιεία, με τεχνίτες που κατασκεύαζαν καπέλα στο χέρι, χρησιμοποιώντας τσόχα, μαλλί, κασμίρι και αργότερα ψάθα. Πολλές φορές τα καπέλα αυτά στόλιζαν επίσημες στολές ή φοριούνταν σε εθιμοτυπικές περιστάσεις.

Η μεγάλη άνθηση ήρθε με την αστικοποίηση και τη μόδα του Παρισιού, όταν το ευρωπαϊκό στιλ άρχισε να επηρεάζει τις Αθηναίες και τους Αθηναίους. Τότε δημιουργήθηκαν πιλοποιεία υψηλής αισθητικής, ενώ εισήχθησαν και τα πρώτα γυναικεία μπονέ και κλόσ καπέλα, με φτερά, βέλα και χειροποίητα διακοσμητικά.

Το πρώτο και μεγαλύτερο εργοστάσιο κατασκευής καπέλων, ευρέως γνωστό ως «ΠΙΛ ΠΟΥΛ», λειτουργούσε από το 1886 μέχρι τα μέσα περίπου του 20ού αιώνα. Το 1883 ήλθε από την Καλαμάτα στην Αθήνα ο έμπορος υφασμάτων Ηλίας Πουλόπουλος (1850-1930) και το 1886 ίδρυσε το «Ελληνικόν Πιλοποιείον». Το εργοστάσιο επανδρώθηκε με εξειδικευμένους τεχνίτες από το εξωτερικό, οι οποίοι εκπαίδευσαν τα 250 περίπου άτομα του προσωπικού, και η φήμη των ψάθινων αρχικά καπέλων έγινε γρήγορα γνωστή και εκτός ελληνικών συνόρων, με εξαγωγές στην Αίγυπτο, Κύπρο και πολλές βαλκανικές χώρες.

Η σταδιακή εξαφάνιση του καπέλου από την καθημερινότητα μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο επηρέασε και την ελληνική παραγωγή. Όμως σήμερα, χάρη στο ενδιαφέρον για το χειροποίητο, την παράδοση και το vintage, η ελληνική πιλοποιία γνωρίζει μια μικρή αναγέννηση. Νέοι δημιουργοί σχεδιάζουν καπέλα με προσωπικότητα, εμπνευσμένα από την παράδοση αλλά φτιαγμένα για τη σύγχρονη ζωή.

Καπέλο 1970.

Το γυναικείο καπέλο

Από τον Μεσαίωνα, όταν η Εκκλησία επέβαλε στις γυναίκες να καλύπτουν τα μαλλιά τους, μέχρι τον 18ο και 19ο αιώνα, τα καπέλα και τα μπονέ προσαρμόζονταν στους κανόνες της σεμνότητας αλλά και της κομψότητας.

Στον 18ο αιώνα, τα μεγάλα ψάθινα καπέλα τύπου «βοσκοπούλας» προστάτευαν την επιδερμίδα από τον ήλιο, ενώ τα περίτεχνα «calash» μπονέ προστάτευαν τις εντυπωσιακές περούκες από τον άνεμο. Μετά τη Γαλλική Επανάσταση, τα τουρμπάνια και τα απλά βαμβακερά καπέλα αντικατέστησαν τις επιτηδευμένες κατασκευές της αριστοκρατίας.

Τον 19ο αιώνα, τα καπέλα άλλαζαν σχήμα και μέγεθος ανά δεκαετία, άλλοτε πλαισιώνοντας το πρόσωπο, άλλοτε αποκρύπτοντας τον λαιμό, ο οποίος θεωρούνταν… ερωτογενής ζώνη! Στο δεύτερο μισό του αιώνα, τα πιο «ανδρικά» στιλ, όπως τα «boaters» και τα «trilbys», άρχισαν να ενσωματώνονται και στη γυναικεία γκαρνταρόμπα.

Στον 20ό αιώνα, τα καπέλα μεγάλωσαν υπερβολικά στη δεκαετία του 1910, για να γίνουν στη συνέχεια μικρά και εφαρμοστά, όπως τα cloche στα ‘20s. Στη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, μετατράπηκαν σε μορφή αντίστασης: γεμάτα φτερά, πέπλα και άνθη, έδιναν χρώμα στις «στρατιωτικές» σιλουέτες. Στα ‘50s, τα καπέλα έγιναν πιο διακοσμητικά και λιγότερο απαραίτητα, όμως πάντα υπήρχαν σχεδιαστές, όπως ο Dior, και γυναίκες που τα φορούσαν ως statement.

Καπέλα σήμερα: τάση, ανάγκη ή σύμβολο;

Πλέον τα καπέλα χρησιμοποιούνται περισσότερο για πρακτικούς λόγους: για τον ήλιο, το χιόνι, την εργασία σε εξωτερικούς χώρους ή την προστασία στο εργασιακό περιβάλλον. Η κουκούλα (hoodie) αντικατέστησε το παραδοσιακό καπέλο στις casual εμφανίσεις.

Και όμως, το καπέλο δεν θα πεθάνει ποτέ. Είναι ο πιο εύκολος τρόπος για να τραβήξετε την προσοχή στο πρόσωπό σας. Οι σχεδιαστές το γνωρίζουν αυτό και το εκμεταλλεύονται περιοδικά στις πασαρέλες. Ένα καπέλο με το λογότυπο του οίκου είναι πιο προσιτό από μια haute couture δημουργία, κι όμως φέρει το ίδιο brand identity.

Και κάπως έτσι, ένα απλό καπέλο μπορεί να γίνει το σήμα κατατεθέν σας. Το μόνο που χρειάζεται είναι να το τολμήσετε.

Photo credits: Getty Images