Η Αττική μπαίνει σε μια νέα αναπτυξιακή πορεία στον τομέα του πολιτισμού, μετά την υπογραφή της Ολοκληρωμένης Χωρικής Επένδυσης (ΟΧΕ) ανάμεσα στην Περιφέρεια και το Υπουργείο Πολιτισμού. Το σχέδιο αυτό συγκεντρώνει δράσεις που εκκρεμούσαν επί χρόνια και τώρα αποκτούν επιτέλους χρηματοδότηση, ανοίγοντας τον δρόμο για την αναβάθμιση σημαντικών μνημείων, χώρων και κτιρίων. Μέσα από πόρους του ΕΣΠΑ, που ξεπερνούν τα 40 εκατ. ευρώ και μπορεί να φτάσουν τα 48 εκατ., δίνεται η δυνατότητα να διαμορφωθεί ένας νέος πολιτιστικός χάρτης για το Λεκανοπέδιο, από το κέντρο της Αθήνας έως το Λαύριο και την Ελευσίνα.

Διαβάστε ακόμη: Από το 1933 έως σήμερα: Το κτίριο ΚΕΡΑΝΗ γράφει νέο κεφάλαιο στην ιστορία του Πειραιά

Ανάμεσα στα 21 έργα που εντάσσονται στο σχέδιο ΟΧΕ ξεχωρίζει και η αποκατάσταση της διατηρητέας «Οικίας Κοκοβίκου» στην Πλάκα, με στόχο τη μετατροπή της σε χώρο πολιτιστικών εκδηλώσεων. Ένα κτίριο που συνδέθηκε άρρηκτα με τον ελληνικό κινηματογράφο και κουβαλά μνήμες ολόκληρων γενεών, καλείται τώρα να αποκτήσει μια νέα ζωή μέσα από την πολιτιστική ανάπτυξη της Αττικής. Η συγκεκριμένη πρωτοβουλία δεν αφορά μόνο τη διάσωση ενός ιστορικού νεοκλασικού αλλά και την ενεργή ένταξή του στον σύγχρονο πολιτιστικό χάρτη της πόλης, ενισχύοντας έτσι την ταυτότητα της Πλάκας και αναβαθμίζοντας το ιστορικό κέντρο.

Διαβάστε ακόμη: Καινούργια ζωή: 3 ξενοδοχεία στο κέντρο της Αθήνας με συναρπαστική ιστορία

Σκηνή από την ταινία «Η δε γυνή να φοβήται τον άνδρα»

Η οικία Κοκοβίκου

Αν περπατήσετε στην αρχή της οδού Τριπόδων, στη συμβολή με την οδό Ραγκαβά, θα συναντήσετε ένα μικρό νεοκλασικό σπίτι που κουβαλάει μια μοναδική κινηματογραφική ιστορία. Στη διεύθυνση Τριπόδων 32 βρίσκεται η οικία Κοκοβίκου, γνωστή σε όλους μέσα από την ταινία του Γιώργου Τζαβέλλα «Η δε γυνή να φοβήται τον άνδρα». Εκεί, στο φιλμ που πρωταγωνίστησαν ο Γιώργος Κωνσταντίνου και η Μάρω Κοντού, στεγάστηκε ο κινηματογραφικός βίος του Αντωνάκη και της Ελενίτσας.

Το τριώροφο αυτό σπίτι, συνολικής επιφάνειας 266 τ.μ. σε οικόπεδο 411,37 τ.μ., επιλέχθηκε από τον σκηνοθέτη για τις ανάγκες των γυρισμάτων και αποτέλεσε το σκηνικό όπου εκτυλίχθηκαν οι περισσότερες στιγμές της ταινίας. Στην αυλή του, το 1965, στήθηκε το πλατώ που έσφιζε από κόσμο, τεχνικούς και ηθοποιούς, δημιουργώντας μια ατμόσφαιρα γιορτής. Μόνο η σκηνή του γάμου γυρίστηκε αλλού, με την αλησμόνητη στιγμή που η νύφη πατάει το πόδι του γαμπρού.

Στους χώρους του σπιτιού ειπώθηκαν ατάκες που έμειναν στην ιστορία του ελληνικού κινηματογράφου: «παίρνω το καπελάκι μου και φεύγω» ή «σκασμός Αντωνάκη μου». Ατάκες που ταξίδεψαν στο χρόνο και ενσωματώθηκαν στη συλλογική μνήμη, συνδέοντας για πάντα την πραγματική οικία με την κινηματογραφική μυθολογία.

Η ταινία του Τζαβέλλα, που προβλήθηκε το 1965, δεν περιορίστηκε μόνο στην εγχώρια επιτυχία. Κατέκτησε το κοινό στο εξωτερικό, απέσπασε διθυραμβικές κριτικές και χάρισε στον σκηνοθέτη το βραβείο σκηνοθεσίας στο Φεστιβάλ του Σικάγο. Παράλληλα, το ίδιο το σπίτι έγινε σύμβολο της παλιάς Αθήνας και της γειτονιάς της Πλάκας, μιας περιοχής που άλλαζε με ραγδαίους ρυθμούς εκείνη την εποχή.

Ενδιαφέρον έχει και η «προφητική» διάσταση του σεναρίου. Στο φινάλε, το σπίτι παρουσιάζεται υπό κατεδάφιση, με τον εργολάβο να φωνάζει χαρακτηριστικά: «Βάστα το φελέκι Καραβάγκοοο! Άνθρωποι από κάτω!». Η αληθινή ζωή, ωστόσο, αποδείχθηκε πιο ευνοϊκή. Χάρη στον νόμο της Μελίνας Μερκούρη για την προστασία των νεοκλασικών, η οικία γλίτωσε την αντιπαροχή και διασώθηκε από τη μοίρα των περισσότερων σπιτιών της εποχής.

Τι ήταν πριν την οικία Κοκοβίκου;

Η πρώτη φωτογραφία της κατοικίας χρονολογείται από το 1945 και φιλοξενείται στο βιβλίο της Ακαδημίας Αθηνών «Η νεοκλασική Αθήνα του Μ. Μυλωνά». Η εικόνα αυτή μαρτυρά την αίγλη ενός σπιτιού που, αν και μικρό σε κλίμακα, αποτελεί κομμάτι της πολιτιστικής μας κληρονομιάς.

Το σπίτι το 1945, η φωτογραφία φιλοξενείται στο βιβλίο της Ακαδημίας Αθηνών “Η νεοκλασική Αθήνα του Μ. Μυλωνά”.

Ωστόσο, η διαδρομή του ακινήτου μετά την κινηματογραφική του δόξα δεν ήταν το ίδιο λαμπρή. Με την πάροδο των δεκαετιών, το σπίτι πέρασε στο Δημόσιο και στη συνέχεια στο χαρτοφυλάκιο του ΤΑΙΠΕΔ, με στόχο την «αξιοποίησή» του. Παρά τις κατά καιρούς προσπάθειες, δεν βρέθηκε ενδιαφερόμενος αγοραστής. Το κτίριο, εγκαταλελειμμένο, γέμισε μπάζα και σκουπίδια, ενώ για αρκετό καιρό λειτούργησε ως καταφύγιο για άστεγους της πόλης. Παρά τις δυσκολίες, το σπίτι των «Κοκοβίκων» παρέμεινε όρθιο. Η ξύλινη σκάλα και η κουπαστή σώζονται ακόμη, θυμίζοντας σκηνές που αγαπήσαμε. Η αποκατάστασή του σε χώρο πολιτιστικών εκδηλώσεων θα δώσει νέα ζωή στο κτίριο, ενισχύοντας παράλληλα τον πολιτιστικό χάρτη της Πλάκας.

Αν αναλογιστείτε ότι η περιοχή της Πλάκας είναι ένα υπαίθριο μουσείο αρχιτεκτονικής και ιστορίας, η διατήρηση της κινηματογραφικής οικίας Κοκοβίκου αποκτά ακόμη μεγαλύτερη σημασία. Αποτελεί ένα σύμβολο που γεφυρώνει την καθημερινή ζωή της παλιάς Αθήνας με την τέχνη του κινηματογράφου και τη μνήμη μιας ολόκληρης εποχής.

Σήμερα, καθώς περνάτε μπροστά του, μπορείτε να φανταστείτε τον Αντωνάκη και την Ελενίτσα να ανταλλάσσουν τις θρυλικές τους ατάκες. Και ταυτόχρονα να σκεφτείτε πόσο σημαντικό είναι να διατηρηθεί η πολιτιστική μας κληρονομιά ζωντανή, όχι μόνο από τις ταινίες αλλά και από τα ίδια τα κτίρια που τις φιλοξένησαν.