Μήπως έχουμε παρεξηγήσει τη γυμναστική;

Σε μια εποχή όπου η γυμναστική έχει μετατραπεί σε status symbol και καθημερινή εμμονή, ήρθε η ώρα να επανεξετάσουμε τι σημαίνει πραγματικά «καλή φυσική κατάσταση».
Σε έναν κόσμο που λατρεύει τη «βελτιστοποίηση» και επιβραβεύει την υπερβολή, η έννοια της άσκησης έχει πάψει εδώ και καιρό να είναι κάτι απλό. Δεν είναι πια ένας περίπατος στη φύση ή λίγες διατάσεις στο σαλόνι. Είναι Oura rings, Apple Watches, πρωινά ξυπνήματα στις 4 για «πρωτόκολλα αυτοβελτίωσης» και σκληρές προπονήσεις που συχνά δεν αφήνουν χώρο για τίποτα άλλο.
Διαβάστε ακόμη: Eco Gym: Τι είναι το βιώσιμο fitness και γιατί μας αφορά όλους;
Στην Αμερική, τα νούμερα το επιβεβαιώνουν: περισσότερες από 72 εκατομμύρια εγγραφές σε γυμναστήρια καταγράφηκαν πέρυσι, ενώ οι πωλήσεις παραδοσιακών σνακ έπεσαν χάρη στην άνοδο των “υγιεινών” εναλλακτικών όπως οι μπάρες πρωτεΐνης. Η «πρωτεϊνική αγωνία» είναι πραγματική, και κάθε κλασική συνταγή έχει πλέον το αντίστοιχό της με τυρί cottage και stevia. Όμως πόσο υγιές είναι όλο αυτό τελικά;
Διαβάστε ακόμη: Meghan Markle: Το άθλημα που κάνει και καίει 450 θερμίδες την ώρα!
Από την άσκηση στην εμμονή
Το να πληρώνουμε για να ιδρώνουμε σε ένα πλήρως εξοπλισμένο, κλιματιζόμενο περιβάλλον μπορεί να μοιάζει αυτονόητο σήμερα, αλλά είναι μια σχετικά πρόσφατη συνήθεια. Το μοντέρνο γυμναστήριο δεν υπήρχε πριν τη δεκαετία του ’30, όταν ο Jack LaLanne, ο επονομαζόμενος «Νονός της Φυσικής Κατάστασης», σύστησε πρώτος την έννοια. Καθώς οι θέσεις εργασίας έγιναν πιο καθιστικές, η ανάγκη για τεχνητή κίνηση αυξήθηκε. Κι έτσι, αντί να περπατάμε μέχρι το περίπτερο, ανεβαίνουμε διάδρομο με κλίση 12%.
Αλλά ακόμα και αυτή η “ανάγκη” δεν είναι ίδια για όλους. Όσοι δουλεύουν όρθιοι όλη μέρα, σερβιτόροι, ταμίες, εργάτες, συχνά παραμελούν το σώμα τους όχι από τεμπελιά, αλλά από εξάντληση.
Ευεξία με τι κόστος;
Σε μια υγιή κοινωνία, το να παραμείνουμε υγιείς θα έπρεπε να είναι απλό. Στην Ιαπωνία ή στην Ισπανία, το περπάτημα είναι μέρος της καθημερινότητας χάρη στον τρόπο που είναι σχεδιασμένες οι πόλεις. Στις ΗΠΑ και κατά τόπους στην Ελλάδα, η άσκηση έγινε προνόμιο: boutique γυμναστήρια, προσωπικοί trainers και apps που μας κατευθύνουν βήμα-βήμα, κυριολεκτικά.
Η ιστορικός Natalia Mehlman Petrzela περιγράφει το φαινόμενο ως «μία κοινωνικά αποδεκτή μορφή επιδεικτικής κατανάλωσης». Δεν θεωρείται πλέον επιδειξιομανία να πληρώνουμε ακριβά για wellness retreats ή supplements. Αντιθέτως, είναι επένδυση στην υγεία και μάλιστα, κοινωνικά αποδεκτή, αρκεί να φαίνεται ότι «προσπαθούμε».
Ποιος έχει πρόσβαση στην υγεία;
Σε μια εποχή που οι ανισότητες διευρύνονται, η “υγιεινή ζωή” παρουσιάζεται ως κάτι που μπορούμε να κατακτήσουμε μόνοι, αρκεί να προσπαθήσουμε αρκετά. Φοράμε συσκευές που παρακολουθούν τον ύπνο μας, τον καρδιακό ρυθμό και την ποιότητα αναπνοής μας, ενώ την ίδια στιγμή πολλοί δεν έχουν καν πρόσβαση σε βασική ιατροφαρμακευτική περίθαλψη.
Είναι παράδοξο: από τη μία ψάχνουμε τρόπους να ελέγξουμε το σώμα μας (και τη ζωή μας) σε έναν αβέβαιο κόσμο, από την άλλη χάνουμε τη σύνδεση με τους γύρω μας. Το γυμναστήριο πολλές φορές αντικαθιστά την παρέα, την οικογένεια, την κοινότητα.
Μπορούμε να φανταστούμε αλλιώς την υγεία;
Ένα από τα πιο δημοφιλή βίντεο του 2025 δείχνει έναν influencer να ξυπνάει στις 3 τα ξημερώματα για να βουτήξει το πρόσωπό του σε πάγο, να κάνει τρεις διαφορετικές μορφές γυμναστικής και μετά να δουλέψει. Είναι μόνος. Ολόκληρο το βίντεο δεν περιλαμβάνει καμία επαφή με άλλον άνθρωπο. Μπορεί να είναι το ιδανικό πρότυπο fitness για τα social media, αλλά δύσκολα είναι μοντέλο για μια υγιή ζωή.
Και όμως, άλλες μορφές ευεξίας υπάρχουν: ηλικιωμένοι που κάνουν Tai Chi σε πάρκα, παρέες νέων που παίζουν μπάσκετ στη γειτονιά, ομάδες ποδοσφαίρου. Ή ακόμα και εκείνος ο κύριος σε μια γωνιά της Αθήνας που κάνει γιόγκα μόνος του.
Η πραγματική υγεία δεν χρειάζεται labels. Είναι σωματική αλλά και ψυχική. Είναι προσωπική αλλά και συλλογική. Είναι το δικαίωμα όλων και όχι μόνο όσων μπορούν να την «αγοράσουν». Ας επαναπροσδιορίσουμε, λοιπόν, τι σημαίνει fit. Ίσως η καλύτερη άσκηση είναι αυτή που μας φέρνει πιο κοντά στους άλλους.
Photo credit: Stella McCartney