Είναι ένα ιδιόμορφο και παράξενα γοητευτικό παιχνίδι το οποίο, από τότε που έγινε γνωστό στην Ευρώπη, γύρω στον 10ο αιώνα, κάνει ιδιαίτερα αισθητή την παρουσία του στη λογοτεχνία. Οι δυνατότητές του είναι τόσο περίπλοκες που είναι αδύνατο να συλλογιστεί κανείς όλα τα ενδεχόμενα, με τους συνδυασμούς των επιλογών να καθορίζονται από 32 κομμάτια που κινούνται σε 64 τετράγωνα.

Διαβάστε ακόμη: Στο Νυχτερινό δελτίο ο Πέτρος Μάρκαρης δίνει ρεσιτάλ επιδεξιότητας και επινοήσεων

Εάν αυτό που μετράει είναι η τακτική και η στρατηγική, οι κινήσεις βάσει σχεδίου, αλλά και οι αυτοσχεδιασμοί, οι έξυπνοι συνδυασμοί, οι λεπτοί ελιγμοί, τότε καταλαβαίνει κανείς γιατί το σκάκι σαγήνευε –πάντοτε- τη συγγραφική φαντασία.

Συνήθως, το σκάκι αξιοποιείται για να αναδειχτεί μια σύγκρουση ανάμεσα σε αντίθετες ιδέες και αρχές, να γίνει ένας παραλληλισμός με τη ζωή και να τεθούν προσφιλή στους λογοτέχνες ερωτήματα: για το διχασμό της ανθρώπινης προσωπικότητας, τη μοναξιά της ευφυΐας, αλλά και για τις ολέθριες συνέπειες της ακραίας εξειδίκευσης. Ο Stefan Zweig το χρησιμοποίησε στη σύγκρουση φαντασίας και ψυχρής λογικής, ο Ναμπόκοφ στην αναμέτρηση της ιδιοφυΐας με το πλήθος, ο Όργουελ για να καταδείξει τη ματαιότητα του αγώνα ενάντια στον Μεγάλο Αδελφό.

Νωρίτερα, οι τροβαδούροι του Μεσαίωνα διέδωσαν την ιδέα ότι ο έρωτας είναι μάχη μεταξύ αντιπάλων αντιθέτου φύλου, με συγκεκριμένους κανόνες, όπως στο σκάκι. Αλλά είναι και αγώνας μεταξύ αντίζηλων εραστών. Άλλωστε, ο έρωτας και το σκάκι συνυπάρχουν σε πολλά λογοτεχνικά έργα: Στο ρομαντικό γαλλικό επικό ποίημα του 13ου αιώνα «Huon of Bordeaux», ο βασιλιάς προκάλεσε τον ιππότη σε αγώνα με την κόρη του. Αν την κέρδιζε θα την έκανε δική του. Αν έχανε, θα έχανε τη ζωή του. Στην παρτίδα η πριγκίπισσα αποκτά υπεροχή, αλλά ερωτεύεται τον ιππότη και τον αφήνει να κάνει ματ!

Διαβάστε ακόμη: Η καρδιά του πατέρα μου | Ο Αύγουστος Κορτώ αποτυπώνει μια σχέση με καθηλωτική ειλικρίνεια

Στο «Γαργαντούας και Παντακρουέλ» του Ραμπελαί γίνεται η πρώτη αναφορά στην κίνηση του ροκέ, ενώ στον «Δον Κιχώτη» ο Σάντσο Πάντσα επισημαίνει μια αναλογία μεταξύ των κομματιών με των κοινωνικών ρόλων. Μάλιστα, ο μεγαλοφυής Θερβάντες παρομοιάζει τα χαμένα κομμάτια που μπαίνουν στο ίδιο σακούλι, χωρίς την ιεραρχία που είχαν στη σκακιέρα, με τον θάνατο, όπου είναι όλοι ίσοι.

Εκτός από τα μεσαιωνικά έργα, το σκάκι θα παραμείνει στο επίκεντρο του διεθνούς λογοτεχνικού ενδιαφέροντος και κατά τους επόμενους αιώνες: από τον Πούσκιν, τον Λόρδο Μπάιρον και τον Πόε, μέχρι τον Λιούις Κάρολ και τον Ντοστογιέφσκι. Σταδιακά, το σκάκι θα αποβάλει την ρομαντική εικόνα με την οποία γίνεται αντιληπτό από τους συγγραφείς της μεσαιωνικής περιόδου και θα μετατραπεί σε πεδίο όπου η λογοτεχνία θα προβάλει τις πολιτικές και τις υπαρξιακές της ανησυχίες.

Στο έμμετρο μυθιστόρημα του Πούσκιν «Ευγένιος Ονεγκίν» (1832) ο ερωτευμένος σκακιστής, για να χαρίσει τη νίκη στην αντίπαλό του, κόβει με το πιόνι του τον δικό του πύργο. Απ’ την άλλη, στο «Μες στον Καθρέφτη και τι Βρήκε η Αλίκη Εκεί» (1872) του δημιουργού της «Αλίκης στη Χώρα των Θαυμάτων» Λιούις Κάρολ, οι περιπέτειες της Αλίκης παρουσιάζονται με τη μορφή σκακιστικής σύνθεσης!

Και, ακόμη, στο διάσημο μυθιστόρημα του Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες «Έρωτας στα χρόνια της χολέρας» ο ανάπηρος πολέμου Χερεμία δε Σαιντ Αμούρ παίζει σκάκι με τον γιατρό του, καθώς και με την ερωμένη του. Μετά από μία παρτίδα μαζί της, αυτοκτονεί. Όσο για την «Άμυνα του Λούζιν» του Βλαντιμίρ Ναμπόκοβ, πραγματεύεται το αδιέξοδο της μεγαλοφυΐας. Ο εσωστρεφής Λούζιν στρέφεται στο σκάκι για να αποφύγει τη ζωή. Μα ενώ το ταλέντο του τον φέρνει στην κορυφή, η έλλειψη πρακτικής αίσθησης τείνει να τον καταστρέψει.

Πάντως, εάν υπάρχει ένα μυθιστόρημα που να πραγματεύεται το θέμα του πολέμου και της ψυχικής φθοράς μιας ολόκληρης εποχής μέσα από το σκάκι, αυτή είναι η αριστοτεχνική «Σκακιστική Νουβέλα» του Stefan Zweig. Σε αυτό το έργο, με τις πολλαπλές αναγνώσεις, αποτυπώνεται εκπληκτικά η σύγκρουση του ναζισμού με τον παλαιό κόσμο. Επίσης, αναδεικνύονται οι συνέπειες της απομόνωσης, η επίδραση της ψυχικής διάθεσης, αλλά και η μονομανία. Πάνω απ’ όλα, όμως, ο συγγραφέας αναδεικνύει ιδιοφυώς τον τρόπο με τον οποίο ο πνευματικός εγκλεισμός οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια στην τρέλα.

Η νουβέλα γράφτηκε μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και ο πρωταγωνιστής της ξεδιπλώνει τη σκοτεινή περίοδο της βαρβαρότητας, μέσα από την προσωπική ιστορία της ψυχικής και πνευματικής του κατάρρευσης. Σε ένα πλοίο προς την Αργεντινή, συμβαίνει μια απρόσμενη σκακιστική συνάντηση. Ο ένας, είναι παγκόσμιος πρωταθλητής σκακιού και ο άλλος, ο πρωταγωνιστής, έχει μόλις γλιτώσει από μια ιδιότυπη ναζιστική φυλακή.
Εκεί, αναγκασμένος να μένει έγκλειστος σε ένα εντελώς άδειο δωμάτιο ξενοδοχείου, είχε ανακαλύψει ένα βιβλίο με παρτίδες σκακιού το οποίο θα τον απορροφούσε, εξωθώντας τον στα όρια της τρέλας. Και αυτό γιατί το μυαλό του τον οδήγησε σε παρτίδες με αντίπαλο τον ίδιο του τον εαυτό!

Τώρα, η συμπτωματική επαφή του με μια σκακιέρα στο πλοίο, σε αυτό το ταξίδι προς την ελευθερία, τον φέρνει αντιμέτωπο με το παρελθόν, με τις αναμνήσεις από το κελί της απομόνωσης, και τον δελεάζει για μια νέα παρτίδα. Αλλά και για να διαπιστώσει κάτι εξαιρετικά επικίνδυνο: εάν υπάρχει μία διέξοδος, ένα μονοπάτι διαφυγής από την ίδια την παράνοια.

Κάπως έτσι, η σκακιέρα γίνεται ταυτόχρονα σύμβολο περιορισμού και ανεξαρτησίας. Ένα μέρος με κανόνες, στο οποίο ωστόσο μπορείς να κάνεις άπειρες κινήσεις, κάποιες περισσότερο και κάποιες άλλες λιγότερο ελεύθερες – κάτι που, αναμφίβολα, συνοψίζει την ανθρώπινη φύση και εν τέλει την ίδια τη ζωή…

Μετάφραση: Άννα Βάντη
Εκδόσεις: Πηγή
Σελίδες: 82