Μπογιατζής, σερβιτόρος, αχθοφόρος. Γυμνό μοντέλο στη Σχολή Καλών Τεχνών. Ρεπόρτερ, πρώην φοιτητής Νομικής. Περιπλανώμενος αυλιστής στην Piazza Duomo στο Μιλάνο, και έξω από το Café Saint Claude στο Παρίσι. Φιλοξενούμενος επί χρόνια στα σπίτια φίλων του συνθετών μέχρι να “στρώσουν” τα πράγματα. Πολιτικά ανένταχτος. Φανατικά, διαχρονικά και μόνιμα ερωτευμένος με την Άσπα. Κυρίες και κύριοι, ο Διονύσης Σαββόπουλος.

Ο Διονύσης Σαββόπουλος και τα ανείπωτα

Σε προσωπικό επίπεδο, κάτι παραπάνω: το μουσικό χαλί σε όλες οι κομβικές στιγμές στην ιδιωτική και επαγγελματική μου ζωή. Κι αν το καλοεξετάσεις, ίσως και της δικής σου. Για αυτό, στο παρόν κείμενο δεν θα διαβάσεις για τον πολιτικό Σαββόπουλο, υπάρχουν καταλληλότεροι να καταγράψουν αυτήν την πορεία. Θα διαβάσεις για τον συναισθηματικό, τον ερωτικό, τον κοινωνικό, αυτόν που παραδέχτηκε πως δεν ξέρει τί να παίξει στα παιδιά, αλλά τους έδειξε πως να ονειρεύονται σαν τον Καραγκιόζη. Που είπε στη Συννεφούλα να μην μιλά άλλο γι’αγάπη, αλλά έδωσε την εντολή να κρατήσουν οι χοροί. Αυτόν που είδε την Άννα κάποτε, και την άφησε να μπει στην άδεια του αγκαλιά. Που κανείς δεν τον περίμενε όταν βγήκε από αυτήν τη φυλακή, αλλά το έκανε τραγουδώντας μιαν Ωδή στον Γεώργιο Καραϊσκάκη. Πού πας παλικάρι, ωραίο σαν μύθος…

Μπορείτε να διαβάσετε ακόμη: Η κατάρα της Finos Films

Ποπ ιστορίες για μια χάλια φωνή

Νιώθω πως ό,τι έχω ζήσει, το έχει γράψει ή τραγουδήσει ο Διονύσης Σαββόπουλος. Κι ας μην πίστευε ο ίδιος για τον εαυτό του πως ήταν καλλίφωνος. Διαβάζω σε παλιές του συνεντεύξεις πως ο Νίκος Μαμαγκάκης ήθελε να τον κάνει τραγουδιστή, όμως η φωνή του δεν “έστρωνε”. Λέει χαρακτηριστικά: “Έφτιαχνε [ο Νίκος Μαμαγκάκης] τότε τον “Ερωτόκριτό” του και με ετοίμαζε για να τραγουδήσω. Είχα πολύ ωραίο στιλ για παραμυθάς αλλά η φωνή μου ήταν από τότε χάλια κι έτσι δεν έγινε τίποτε.”

Η φωνή του χάλια… Μάλιστα. Καθώς διαβάζω αυτή τη φράση, φέρνω στο μυαλό μου το επιτακτικό “Έλα κοντά”, από το “Να με προσέχεις” του Νίκου Πορτοκάλογλου. Τον τρόπο που σπάει η φωνή στο “έχω πέσει χαμηλά”. Τη γλύκα στο “να με αντέχεις”. Δεν με πείθει. Αυτό που ακούω εγώ είναι μια εντολή που με παίρνει από το χέρι και με βάζει μέσα στο τραγούδι, στην καρδιά του. Κι αυτό για να γίνει θέλει ψυχή, όχι φωνή.

Ίσως κάπως έτσι σκέφτηκε και η Σωτηρία Μπέλλου όταν δέχτηκε να τραγουδήσει σε δεύτερη εκτέλεση το Ζεϊμπέκικο (γνωστό ως Μ’ αεροπλάνα και βαπόρια). Αρχικά στον δίσκο «Βρώμικο Ψωμί» του 1972, ο Σαββόπουλος το εντάσσει στο «10 Χρόνια Κομμάτια» που βγήκε το 1975 για να γιορτάσει τα δέκα του χρόνια στη δισκογραφία. Ο θρύλος θέλει τη Σωτηρία Μπέλλου να έχει αντιρρήσεις. Τελικά η ηχογράφηση έγινε. «Αχ, Διονύση, μ’ έκανες να τραγουδήσω ποπ!».

Το είχε αυτό ο Διονύσης Σαββόπουλος. Ένα μοναδικό ταλέντο να φέρνει κοντά τα αταίριαστα δημιουργώντας νέες πραγματικότητες στην ελληνική μουσική. Μια ματιά στις συνεργασίες του το αποδεικνύει περίτρανα.

Μπορείτε να διαβάσετε επίσης: Μήπως η φιλία μετά τα 45 είναι ουτοπία;

Τιμή μου

Και μια μικρή, προσωπική ιστορία, από αυτές που κρατάω στο σεντούκι με τα πολύτιμα. Είχα γνωρίσει τον Διονύση Σαββόπουλο τον Δεκέμβριο του 2000 στο Μέγαρο Μουσικής. Εκείνες τις ημέρες έδινε συναυλίες οι οποίες, μάλιστα, κυκλοφόρησαν στον δίσκο Σαββόραμα. Καλεσμένη ενός φίλου που συμμετείχε ως μουσικός, είχα την τεράστια τύχη να βρεθώ για λίγο backstage. Όταν μας σύστησε, θυμάμαι να τρέμουν τα πόδια μου και να μην μπορώ να αρθρώσω λέξη.

Θυμάμαι να θέλω να του πω πως η “Δημοσθένους λέξις” ήταν το πρώτο τραγούδι που έπαιξα ποτέ στον αέρα την πρώτη μέρα που έκανα ραδιόφωνο. Πως όποτε νιώθω στεναχωρημένη ακούω στο τέρμα το “Ας κρατήσουν οι χοροί“. Πως το “Καλοκαίρι” και το “Σε θέλω” είναι τα πιο αγαπημένα μου τραγούδια όλων των εποχών. Δεν είπα λέξη. Ψέλλισα με το ζόρι ένα “χαίρω πολύ” και λούφαξα στη γωνία μου. Προφανώς, πήρε γραμμή την αμηχανία που ένιωθα, και είπε: “Αγαπητή μου, τόση συστολή για μένα; Τιμή μου!”

Δική μου, Νιόνιο. Καλό ταξίδι.

Creative: Ανδρέας Κωστόπουλος