Γιατί η Meghan Markle και η Blake Lively έχουν μετατραπεί σε αντικείμενα διαρκούς διαδικτυακής χλεύης και αμφισβήτησης; Πώς γίνεται δύο γυναίκες με καριέρες, δημοσιότητα και επιτυχία να προκαλούν τόσο μίσος; Η απάντηση, όσο κι αν δεν θέλουμε να την κοιτάξουμε κατάματα, ίσως κρύβεται βαθιά μέσα σε ένα γνώριμο πρόσωπο: τον σύγχρονο μισογυνισμό με νέο πρόσωπο.

Η Meghan Markle λανσάρει με σχετική επιτυχία τη νέα της εκπομπή στο Netflix, With Love, Meghan, ενώ παρουσιάζει ταυτόχρονα τη σειρά προϊόντων lifestyle As Ever. Κι όμως, το διαδίκτυο μοιάζει να βράζει από οργή: την αποκαλούν “ψεύτικη”, “νάρκισσο”, “δήθεν”. Η κριτική δεν αφορά μόνο την ποιότητα της δουλειάς της, αλλά την ίδια της την ύπαρξη. Γιατί τόση επιθετικότητα για μια σειρά που, στην τελική, μπορεί απλώς να είναι μέτρια;

Το ίδιο μοτίβο παρατηρείται και στην περίπτωση της Blake Lively, η οποία τόλμησε να καταγγείλει τον Justin Baldoni για σεξουαλική παρενόχληση και εχθρικό εργασιακό περιβάλλον. Αντί να αντιμετωπιστούν με σοβαρότητα οι καταγγελίες, άνοιξε ο ασκός του διαδικτυακού μίσους: θεωρίες συνωμοσίας, κατηγορίες ότι προσπαθεί να “κλέψει” τον έλεγχο και ένα συνεχές ρεύμα αμφισβήτησης των προθέσεών της.

Δεν είναι η πρώτη φορά. Θυμόμαστε όλοι την περίπτωση της Amber Heard. Οι κατηγορίες της για κακοποίηση από τον Johnny Depp οδήγησαν σε μία από τις πιο πολωμένες και τοξικές δίκες της εποχής των social media. Παρά το γεγονός ότι βρετανικό δικαστήριο είχε αποδεχτεί τις περισσότερες από τις καταγγελίες της, η κοινή γνώμη –κυρίως γυναικεία, οξύμωρο– την χαρακτήρισε ψεύτρα, υστερική, «χρυσή ευκαιρία». Το διαδίκτυο γέμισε με παρωδίες, αποδομητικά βίντεο και #JusticeForJohnny κούπες στο Etsy.

Και ο σκηνοθέτης και σεναριογράφος Σωτήρης Τσαφούλιας πολύ πρόσφατα το έθεσε σωστά: «Εάν έπρεπε να διαχωρίσω σε ποσοστό τους ανθρώπους που έχω γνωρίσει στη ζωή μου και είναι μισογύνηδες, το 70% ήταν γυναίκες και οι περισσότερες δεν το αντιλαμβάνονταν καν.»

Όταν η επιτυχία προκαλεί δυσφορία

Όλα αυτά δεν είναι απλές συμπτώσεις. Οι γυναίκες που τολμούν να μιλήσουν δημόσια, να καταγγείλουν, να διεκδικήσουν τον έλεγχο ή να χτίσουν δικές τους επιχειρήσεις, μοιάζει να ενοχλούν. Κι αν είναι όμορφες, διάσημες και πλούσιες; Ακόμη χειρότερα. Η επιτυχία τους προκαλεί δυσφορία. Κάθε απόπειρα αυτονόμησης παρουσιάζεται ως “χειριστική”, “ύπουλη”, “ανειλικρινής”.

Κι ενώ παλαιότερα αυτές οι κριτικές προέρχονταν από ανδροκρατούμενες φωνές, σήμερα προβάλλονται συχνά και από άλλες γυναίκες, με ή χωρίς δημόσιο βήμα.

Γιατί, λοιπόν, πιστεύουμε τόσο εύκολα ότι αυτές οι γυναίκες ψεύδονται; Γιατί νιώθουμε τόση απέχθεια απέναντί τους, συχνά χωρίς συγκεκριμένο λόγο; Ίσως επειδή μας είναι πιο εύκολο να τις απορρίψουμε παρά να δεχτούμε ότι ακόμα και οι προνομιούχες γυναίκες δεν είναι άτρωτες από τη βία του μισογυνισμού. Ίσως επειδή μας καθρεφτίζουν κάτι που δεν θέλουμε να δούμε: ότι οι κοινωνίες μας συνεχίζουν να τιμωρούν τις γυναίκες που δεν “βολεύονται”.

Η δαιμονοποίηση διάσημων γυναικών δεν είναι νέο φαινόμενο. Νέα είναι όμως η ταχύτητα και η ένταση με την οποία εξαπλώνεται. Τα social media δεν συγχωρούν την πολυπλοκότητα. Οι γυναίκες που μιλούν, απαιτούν, θυμώνουν ή απλώς… δεν χαμογελούν αρκετά, πρέπει να «τιμωρηθούν».

Κι αν η Meghan και η Blake σάς φαίνονται ενοχλητικές, ας αναρωτηθείτε: μήπως αυτό που σας ενοχλεί δεν είναι αυτές, αλλά το πώς μάθαμε να βλέπουμε τις γυναίκες, όταν δεν είναι «συμπαθητικές»;