Νύχτες με τον εχθρό μου;

Υπάρχει μια μοναδική, αβάσταχτη θλίψη όταν ο άνθρωπος που κάποτε αγαπήσαμε βαθιά, γίνεται κάποιος άλλος. Όχι μόνο σε συμπεριφορά ή πράξεις, αλλά στο βλέμμα, στο άγγιγμα, στον τρόπο που σου απευθύνεται. Σαν να έχει αλλοιωθεί η γλώσσα μεταξύ σας και παύεις πια να (τον) καταλαβαίνεις. Εκείνη η μυστική συνεννόηση, που κάποτε ήταν αυτονόητη, εξατμίστηκε. Από τη λέξη “εμείς” περνάτε στο “εγώ” και “εσύ”. Και από το “εσύ”, κάποτε περνάς στο “εκείνος”. Στον τρίτο ενικό. Στον τρίτο και απόμακρο. Στο ανοίκειο.
Διαβάστε ακόμη: Συγγνώμη που δεν συγχωρώ
Δεν ξεκινά έτσι η ιστορία. Στην αρχή όλα είναι φωτεινά. Έρωτας, κοινά όνειρα, αγκαλιές στο τέλος της ημέρας. Στέκεστε γυμνοί, ο ένας απέναντι στον άλλον, και ας φοράτε τα πιο βαριά ρούχα του κόσμου. Μοιράζεστε αλήθειες στο πρώτο φως της ημέρας. Γίνεσαι ευάλωτη, αφήνεσαι στο θρυμμάτισμα γιατί ξέρεις πώς εκείνος είναι η κόλλα που θα σε κολλήσει ξανά. Χτίζεις μαζί του ένα «εμείς», πιστεύοντας πως αυτό το εμείς θα είναι για πάντα. Πιστεύεις πως το χέρι που κρατάς θα είναι εκεί όταν χρειαστείς στήριγμα. Μέχρι που μια μέρα, σιωπηλά ή με θόρυβο, αυτό αλλάζει. Και το πρόσωπο που κάποτε ήταν το καταφύγιό σου, γίνεται αιτία ανασφάλειας, πόνου, απογοήτευσης.
Διαβάστε ακόμη: Ας συμφωνήσουμε ότι διαφωνούμε
Και τότε, έρχεται η λέξη-μαχαιριά: εχθρός. Δεν είναι εύκολη αυτή η λέξη. Δεν τη λες εύκολα για κάποιον που έχεις φιλήσει, που έχεις ξενυχτήσει αγκαλιά, που έχεις κάνει μαζί του παιδιά ή όνειρα. Αλλά είναι η λέξη που προκύπτει όταν το ίδιο πρόσωπο επανειλημμένα σε πληγώνει, σε αγνοεί, σε προδίδει. Όταν δεν σέβεται πια ούτε την κοινή σας ιστορία, ούτε την ανάγκη σου να καταλάβεις τι πήγε τόσο λάθος.
Η Σίσσυ Χρηστίδου το είπε με έναν τρόπο που βρίσκει πολλούς ανθρώπους σύμφωνους, ακόμα κι αν δεν τολμούν να το παραδεχτούν: «Είναι πολύ δύσκολο να συγχωρείς τον εχθρό επαναλαμβανόμενα». Δύσκολο, γιατί η πληγή, όταν επανέρχεται, παύει να είναι στιγμιαίο λάθος και γίνεται μοτίβο. Κι όταν κάποιος σε πληγώνει ξανά και ξανά, η αγάπη δεν εξαφανίζεται μονομιάς, αλλά διαβρώνεται. Χάνεται σταδιακά, μέσα από απογοητεύσεις, λόγια, σιωπές, αδιαφορία.
Ο “εχθρός” σε αυτό το πλαίσιο δεν είναι απαραίτητα ο κακός της ιστορίας. Είναι εκείνος που, είτε από αδυναμία είτε από επιλογή, παραβίασε κάτι ιερό: την ασφάλεια που πίστευες πως είχες μαζί του. Την πίστη ότι μπορείς να γείρεις στον ώμο του όταν όλα γύρω σου καταρρέουν. Και τώρα; Τώρα, ο ώμος αυτός δεν υπάρχει πια, ή χειρότερα: είναι ο λόγος που κατέρρευσες.
Η λέξη “εχθρός” εδώ αποκτά μια συναισθηματική διάσταση. Δεν είναι το αντίθετο του αγαπημένου, είναι το απομεινάρι του. Ο εχθρός είναι κάποιος που γνωρίζει τα κουμπιά σου. Ξέρει πού να πατήσει και να σε πονέσει. Και αυτό τον μετουσιώνει σε απειλή. Τον κάνει άνθρωπο που πρέπει να κρατήσεις σε απόσταση, όχι απαραίτητα από μίσος, αλλά από ανάγκη για αυτοπροστασία.
Το πιο επικίνδυνο, αυτό που καταφέρνει κάποιος όταν σε πληγώνει, είναι ότι σε σκληραίνει τόσο που δεν αναγνωρίζεις τον εαυτό σου. Παύεις να εμπιστεύεσαι πια. Σηκώνεις τοίχους αντί να ανοίγεις τα χέρια σου για αγκαλιές. Λες «δεν θα ξαναπληγωθώ», με το κόστος ότι δεν θα αγαπήσεις ξανά. Γιατί επέτρεψες να φανείς τρωτός χωρίς να φοβάσαι πως αυτό θα στραφεί εναντίον σου. Γιατί όταν σου είπε «σε βλέπω» δεν εννοούσε μόνο όταν ήσουν όμορφη, χαρούμενη, δοτική, αλλά κι όταν ήσουν ράκος. Κι αν αυτό κάποτε το είχες και τώρα χάθηκε, τότε πενθείς κάτι που άγγιξε τις βαθύτερες χορδές σου. Δεν πενθείς μόνο μια σχέση. Πενθείς μια εκδοχή του εαυτού σου που πίστεψε, άφησε, άνοιξε.
Ο έρωτας είναι το πιο γενναίο πείραμα συμβίωσης που μπορεί να κάνει ο άνθρωπος. Αλλά κανείς δεν μας είπε ποτέ πόσο επώδυνο είναι να αποτυγχάνει. Και πώς αυτός που κάποτε αγάπησες πέρασε στην απέναντι πλευρά και τάχθηκε εναντίον σου. Ο νυν που έγινε πρώην. Ο πρώην που έγινε αντί. Αντίπαλος. Αντίθετος. Αντιμέτωπος με σένα. Αντιμαχόμενος.
Το πιο οδυνηρό; Δεν πρόκειται για έναν άγνωστο που σε πρόδωσε. Είναι ο δικός σου άνθρωπος. Ο πατέρας των παιδιών σου. Αυτός που κάποτε υποσχέθηκε ότι «θα είμαι εδώ». Πόση απόσταση χωράει ανάμεσα σε αυτή την υπόσχεση και στη σημερινή σιωπή; Πόση οργή γεννάται όταν συνειδητοποιείς πως κάποιος που σε ήξερε τόσο βαθιά, τόσο γυμνή, διάλεξε να σε πληγώσει; Ο πρώην σύντροφος αποκτά την ιδιότητα του «εχθρού» γιατί δεν αντέχεις να τον βλέπεις πια ως εκείνον που κάποτε αγάπησες. Είναι πιο εύκολο – και πιο ανεκτό – να τον βλέπεις ως κάτι άλλο. Ξένο. Παράξενο. Άλλον.
Όμως το ερώτημα παραμένει: Μπορείς να συγχωρήσεις έναν εχθρό; Κι αν ναι, τι είδους συγχώρεση είναι αυτή;
Ίσως δεν είναι η συγχώρεση που φανταζόμαστε. Δεν σημαίνει να ξεχάσεις. Δεν σημαίνει να αγνοήσεις. Σημαίνει να απελευθερωθείς. Να επιλέξεις συνειδητά να μη ζεις με πικρία. Να αφήσεις την πληγή να κλείσει, χωρίς να χρειάζεται διαρκώς να την ξύνεις για να θυμάσαι. Να βρεις το θάρρος να μη μείνεις σε κάτι που σε πληγώνει, αλλά να φύγεις όταν πρέπει. Να παραδεχτείς πως δεν σώζεται κάθε «μαζί» και να διασώσεις, αν όχι την αγάπη, τουλάχιστον τον εαυτό σου. Γιατί ο πιο σημαντικός άνθρωπος που έχεις και δεν πρέπει να πληγώνεις είσαι εσύ.
Ίσως η συγχώρεση να μην είναι μια μεγαλειώδης πράξη μεγαλόψυχης ανωτερότητας, όπως μας την έμαθαν στα παραμύθια. Ίσως να είναι μια αργή, καθημερινή πράξη αντίστασης: να μη σε καταπιεί το σκοτάδι που σου άφησε ο άλλος. Να μη γίνεις αυτό που σε πλήγωσε. Να κρατήσεις κάτι από το φως που είχες, ακόμη κι αν το μοιράστηκες με εκείνον που στο τέλος σου το πήρε πίσω.
Ίσως πάλι το ζητούμενο είναι να μπορέσεις να αποδεχτείς ότι ο άνθρωπος που κάποτε αγάπησες να έχει αλλάξει τόσο, που να μη χωράει πια στη ζωή σου. Και θα χρειαστεί να πάρουμε το μάθημά μας: να τον αποχαιρετήσουμε με αξιοπρέπεια, ακόμα κι αν μέσα μας γίνεται μάχη.
Γιατί αυτός που αγαπήσαμε δεν υπάρχει πια. Και αυτός που υπάρχει τώρα, δεν μας αξίζει να τον πολεμάμε. Αξίζει απλώς να τον αφήσουμε πίσω. Όχι γιατί είναι απαραίτητα εχθρός. Αλλά γιατί είναι ξένος.
Creative: Ανδρέας Κωστόπουλος