Ήταν 22 Φεβρουαρίου και ήμουν στην Πέμπτη Δημοτικού όταν μου ήρθε για πρώτη φορά περίοδος. Ήταν η εποχή της Donna Mod, αυτής της άβολης παχιάς σερβιέτας που κάναμε μεγάλη προσπάθεια για να «μη φαίνεται», η εποχή που δεν τολμούσαμε να φορέσουμε λευκό παντελόνι για να μη το βάψει κάποιος κόκκινος λεκές και φυσικά η εποχή της αποσιώπησης και του «μεγάλου μυστικού». Η μητέρα μου έφτιαξε λουκουμάδες για να γιορτάσουμε την επίσημη είσοδό μου στον κόσμο της Γυναίκας. Και φυσικά τα συνωμοτικά γελάκια με τον μπαμπά μου πίσω από την πλάτη μου με έκαναν να κατεβάζω όλο και πιο χαμηλά το κεφάλι με τα μάγουλά μου να αναψοκοκκινίζουν από ντροπή.

Τα χρόνια πέρασαν. Η περίοδος λιγόστεψε, σχεδόν στέρεψε. Μετρούσα τους μήνες χωρίς έμμηνο ρύση και το πότε ολοκληρώθηκε ο χρόνος χωρίς περίοδο ούτε που το κατάλαβα. Στη φάση αυτή είχα νεύρα. Πολλά νεύρα. Και θλίψη. Κλάματα στα ξαφνικά. Μνήμη κατακερματισμένη. Φόβο ότι η χαλάρωση στο δέρμα θα δείξει την πραγματική μου ηλικία. Μεγάλωνα, τα οιστρογόνα εξαφανίστηκαν, οι ορμόνες ανεβοκατέβαιναν σα τρενάκι rollcoaster, με την εμμηνόπαυση να σηματοδοτεί μεγάλες αλλαγές στο σώμα, στην ψυχή και τη διάθεσή μου: άγχος, ανασφάλεια, ξηροδερμία, εξάψεις, νυχτερινές εφιδρώσεις, αύξηση βάρους, κατακράτηση υγρών, απώλεια μαλλιών, αϋπνία, κενά μνήμης, κολπική ξηρότητα…. Η λίστα ατελείωτη.

Και φυσικά σιωπή. Σχεδόν καμία από τον κύκλο μου δεν παραδέχεται ανοιχτά ότι μπήκε ή ετοιμάζεται να μπει στην εμμηνόπαυση. Αφού η βαφή των μαλλιών κρύβει τις γκρίζες τρίχες, το makeup καλύπτει τις ηλικιακές κηλίδες και η ανόρθωση στήθους τονώνει την αυτοπεποίθησή μου, γιατί να είμαι εγώ αυτή που θα βγω μπροστά και θα βροντοφωνάξω: «Είμαι στην εμμηνόπαυση!» Ποια είμαι εγώ που θα τα βάλω με το στίγμα του γήρατος;

Η τακτική «τα κρύβω κάτω από το χαλί» που ενισχύει το ταμπού της εμμηνόπαυσης, το τέλος της γονιμότητας που θεωρείται νόσος, η εμμηνόπαυση που σχετίζεται με το γήρας και το γήρας που ισούται με τον θάνατο. Όλα αυτά τα αποσιωπούμε για να διατηρήσουμε τον φαύλο κύκλο της κουλτούρας της σιωπής. Το σεξ κάνει παύση, ο επιθυμητός μας εαυτός αντικαθίσταται με παντόφλες και η βεντάλια παίρνει θέση δίπλα στο κομοδίνο.

Κι ενώ μπαίνουμε σε αυτήν την τρίτη σπουδαία περίοδο της ζωής μας, που κανονικά θα έπρεπε να το γιορτάζουμε, να νιώθουμε απελευθερωμένες από τα προϊόντα υγιεινής και το τσεκ ημερομηνιών μην τυχόν μας χαλάσουν οι διακοπές, ερχόμαστε αντιμέτωπες με την άγνοια. Την παντελή άγνοια ότι δεν γνωρίζουμε καν τι να περιμένουμε, τι συμβαίνει στο σώμα μας και το πιο βασικό, πώς να το αντιμετωπίσουμε. Το χάσμα ανάμεσα στην ιατρική γνώση και την ενημέρωση που έχουμε στη διάθεσή μας είναι τεράστιο, παρότι πολλές γυναίκες σήμερα περνούν ακόμα και τη μισή τους ζωή στην προεμμηνόπαυση και την εμμηνόπαυση.

Αντί να μιλάμε για το σεξ στην εμμηνόπαυση με την ίδια άνεση που στα τέλη της δεκαετίας του ’90 μιλούσαμε για τον νέο μας έρωτα τώρα απλώς κρύβουμε επιμελώς το τι περνάμε, πώς το βιώνουμε και πόσο δύσκολο μας είναι. Γιατί αυτό μάθαμε να κάνουμε.

Μπορεί η μαμά μου να μου έφτιαξε κάποτε λαχταριστούς λουκουμάδες αλλά στην εμμηνόπαυση έσβησε τη φωτιά, απέσυρε το τηγάνι από το μάτι και κατέβασε ρολά. Το πώς και τι ένιωθε εκείνη, το πώς αντιμετώπισε τα ενοχλητικά συμπτώματα της εμμηνόπαυσης, το πόσες βεντάλιες έκρυψε στις τσάντες της, και το πόσο υπομονή έκανε ώστε να μην καταλάβει κανένας ότι περνάει μία απαιτητική και εξαντλητική περίοδο για το σώμα, το μυαλό και τη διάθεσή της, δεν το έμαθα ποτέ. Και δεν το έμαθαν και οι περισσότερες γυναίκες της γενιάς μου. Μαζί με τους λουκουμάδες κατάπιαμε ό,τι είχε σχέση με αυτήν την άβολη πραγματικότητα, καταπνίξαμε ακόμη και τη λέξη, «κλιμακτήριος».

Και το χειρότερο: μείναμε μόνες σε μια πατριαρχική κοινωνία που επιμένει να αποθεώνει το “φρέσκο” και το νεανικό, να εξαπολύει μειωτικούς χαρακτηρισμούς για το “παλιό” και να μη διστάζει να το χαρακτηρίζει “φθαρμένο”. Μόνες, αμαθείς, αμίλητες και συνένοχες.

Photo credit: goop.com