Πρόσφατα, έγινε viral ένα περιστατικό σε αεροπορική πτήση, όπου μια επιβάτης αρνήθηκε να αλλάξει θέση με ένα παιδί που έκλαιγε. Η απόφασή της προκάλεσε αντιδράσεις, αλλά εγώ προσωπικά συμφωνώ μαζί της. Και αν ήμουν στη θέση της, ούτε εγώ θα την παραχωρούσα (και πέστε τώρα να με φάτε!), παρ’ όλο που είμαι γονιός και καταλαβαίνω την πίεση που νιώθει ένας γονιός, όταν το παιδί του κλαίει γοερά επειδή θέλει “να περάσει το δικό του”.

Όταν κάνω κράτηση για μια πτήση, επιλέγω συγκεκριμένη θέση για κάποιο λόγο: άνεση, παράθυρο ή διάδρομο, για λόγους υγείας. Γιατί θα πρέπει να θυσιάσω την επιλογή μου για κάποιον άλλο, ακόμη κι αν αυτό είναι ένα παιδί που κλαίει; Η αεροπορική εταιρεία προσφέρει τη δυνατότητα επιλογής θέσης, και αυτό δεν το κάνει τυχαία. Μάλιστα αυτήν την επιλογή τη χρεώνει έξτρα.

Τι θα έκανα; Θα το προσέγγιζα με ενσυναίσθηση. Θα του μιλούσα. Θα του τραγουδούσα. Θα του έδινα μολύβια να ζωγραφίσουμε παρέα. Θα του έλεγα ένα παραμύθι ή θα το προσκαλούσα να παίξουμε ένα επιτραπέζιο παιχνίδι. Θα το απασχολούσα. Αλλά σε καμία περίπτωση δεν θα έδινα τη θέση μου. Αυτό σημαίνει ότι δεν είμαι ευγενής; Είμαι, αλλά μαζί με την ευγένεια θέλω να προστατεύσω και τα όριά μου γιατί πιστεύω ότι η ευθύνη είναι των γονιών, όχι των επιβατών.

Οι γονείς γνωρίζουν από πριν ότι ταξιδεύουν με παιδί. Είναι δική τους ευθύνη να εξασφαλίσουν ότι το παιδί τους θα καθίσει δίπλα τους. Αν δεν το έχουν φροντίσει εκ των προτέρων, τότε το πρόβλημα είναι δικό τους και όχι των άλλων. Επίσης, ας μη βιαστούμε να κουνήσουμε το δάχτυλο στο παιδί λέγοντάς του ότι είναι κακομαθημένο.

Δεν πιστεύω ότι υπάρχουν κακομαθημένα παιδιά. Πιστεύω όμως ότι υπάρχουν κακομαθημένοι γονείς.

Όταν ένα παιδί δεν δέχεται το “όχι” και ο γονιός υποκύπτει τρέχοντας να του κάνει το χατήρι, τι ακριβώς μαθαίνει στο παιδί του; Πώς το εκπαιδεύει να σέβεται τα όρια του άλλου και τα δικά του και πώς του δείχνει ότι δεν έχει πάντα εκείνο τον έλεγχο; Πώς του μαθαίνει πότε πρέπει να υποχωρεί ή πώς του διδάσκει ότι στη ζωή δεν μπορούμε να τα έχουμε όλα δικά μας;

Πώς του μαθαίνει να ελέγχει τις αντιδράσεις του, όταν βιώνει κάτι απρόβλεπτο, κάποια απαγόρευση, κάτι δυσάρεστο. Πώς του διδάσκει να έχει ανοχή και αντοχή στη ματαίωση, μία απαραίτητη δεξιότητα που το παιδί μαθαίνει πώς να αναβάλει την ικανοποίηση των επιθυμιών του, πώς να δέχεται και να αντιδρά στην απαγόρευση και, εν τέλει, πώς να ρυθμίζει τα συναισθήματά του.

Η υποχώρηση δεν βάζει τέλος στην ενόχληση του παιδιού. Αντιθέτως,  τροφοδοτεί τα ξεσπάσματά του, ενθαρρύνοντάς τα να τα επαναλάβει.

Η συναισθηματική πίεση δεν είναι δίκαιη

Όταν κάποιοι σου ζητούν να αλλάξετε θέση στηρίζονται πάντα στο συναίσθημα. «Είναι μικρό παιδί», «Κλαίει», «Δείξε κατανόηση», «Τι ψυχή έχει μια θέση;». Όμως, γιατί αυτή η ενσυναίσθηση να λειτουργεί μονόπλευρα; Κι εγώ μπορεί να έχω τους λόγους μου που δεν θέλω να αλλάξω θέση. Δεν σημαίνει ότι είμαι αναίσθητη ή αμετακίνητη. Σημαίνει ότι σέβομαι και υποστηρίζω την επιλογή μου, και κατ’ επέκταση τη θέση μου, που προγραμματίστηκε εκ των προτέρων και πληρώθηκε επιπλέον για να αποκτηθεί. Μπορεί να με πιάνουν κρίσεις πανικού ή απλώς να θέλω να βλέπω έξω από το παράθυρο, δεν έχει σημασία.

Σημασία έχει ότι δεν μπορεί να υποχωρούμε εμείς που υπήρξαμε προνοητικοί. Όταν λοιπόν κάποιος ζητά από έναν συνταξιδιώτη του να αλλάξει θέση, ουσιαστικά του ζητά να θυσιάσει κάτι που δικαιωματικά του ανήκει. Η απάντηση μπορεί να είναι «ναι», μπορεί όμως να είναι και «όχι». Το να θεωρείται όμως το «όχι» αγένεια είναι μια επικίνδυνη λογική. Κανείς δεν οφείλει να κάνει τη ζωή των άλλων ευκολότερη εις βάρος της δικής του. Και κανείς δεν πρέπει να συγχέει την καλοσύνη και την ευγένεια με την υποχρέωση. Αντί να θεωρείται ότι κάποιος κάνει μια καλή πράξη επειδή το θέλει, συχνά δημιουργείται η προσδοκία ότι πρέπει να το κάνει.

Η κουλτούρα της υποχρέωσης πρέπει να σταματήσει. Όταν κάποιος λέει «όχι», δεν σημαίνει ότι είναι άκαρδος. Απλώς βάζει όρια.

Δυστυχώς, θεωρείται δεδομένο ότι όποιος λέει «όχι» σε κάτι που εξυπηρετεί κάποιον άλλο είναι αγενής ή αντικοινωνικός. Όμως ο καθένας έχει δικαίωμα να διεκδικεί αυτό που του ανήκει χωρίς να στιγματίζεται. Φυσικά δεν λέω ότι δεν υπάρχουν περιπτώσεις όπου κάποιος μπορεί να προσφερθεί να αλλάξει θέση από καλή θέληση. Αλλά το να θεωρείται υποχρεωτικό ή να αντιμετωπίζονται όσοι αρνούνται ως «κακοί» είναι άδικο. Γενικά η υποχρεωτική καλοσύνη δημιουργεί ανισορροπία.

Το να βοηθάς κάποιον πρέπει να είναι μια αυθόρμητη και ειλικρινής πράξη, όχι μια πράξη υπό πίεση για να μην χαρακτηριστείς αγενής ή εγωιστής. Και το να δώσεις τη θέση σου στο παιδάκι επειδή ουρλιάζει μέσα στο αυτί σου και οι γονείς (ή όσοι σε παρακολουθούν) σε εκλιπαρούν να το κάνεις, πίστεψέ με, δεν θα σε κάνει καλύτερο. Ούτε εσένα, ούτε το παιδάκι, ούτε τους γονείς.