Φέτος αποφάσισα να κάνω το αδιανόητο: να ζήσω το καλοκαίρι μου χωρίς να το φωτογραφίσω. Δεν ανέβασα ούτε μια selfie, δεν έδωσα «σήμα» στο Instagram ότι υπάρχω, δεν πρόσθεσα κανένα καρέ στο ψηφιακό άλμπουμ της ζωής μου. Έκανα ένα απίθανο road trip, γνώρισα συγκλονιστικούς ανθρώπους και άκουσα τις ιστορίες τους (Βαγγέλης, Δέσποινα, Λυδία, Μαρία, Σταυρούλα), είδα τοπία που κόβουν την ανάσα, έζησα στιγμές που θα άξιζαν χιλιάδες likes. Και όμως, δεν πόσταρα ούτε ένα story. Γιατί; Επειδή ήθελα να διαπιστώσω αν το καλοκαίρι υπάρχει μόνο όταν το “ανεβάσεις”.

Ένα καλοκαίρι χωρίς selfie στην εποχή μας θεωρείται ανύπαρκτο. Δεν έχεις δώσει απόδειξη, δεν έχεις κερδίσει το χειροκρότημα των άλλων.

Διαβάστε ακόμη: Λιωμένο παγωτό στο χέρι…

Ζούμε μέσα σε μια παράξενη συλλογική ψευδαίσθηση όπου η χαρά δεν βιώνεται αλλά καταναλώνεται ως εικόνα. Πρέπει να (απο)δείξεις πού είσαι, τι πίνεις, ποιον αγκαλιάζεις, πόσο ωραία περνάς. Αλλιώς, η χαρά σου δεν μετράει. Είναι σαν το συναίσθημα να αποκτά αξία μόνο όταν γίνει προϊόν. Η κουλτούρα της selfie μάς έχει κλέψει το αυτονόητο: να ζούμε για εμάς.

Κάθε στιγμή μετατρέπεται σε εν δυνάμει post. Κάθε θέα στη θάλασσα μοιάζει μισή αν δεν μπει σε reel. Η μνήμη μας αντικαταστάθηκε από το timeline, η ταξιδιωτική μας εμπειρία από το feed μας. Έχουμε μάθει να κοιτάμε τον εαυτό μας μέσα από την κάμερα αντί να κοιτάμε γύρω μας.

Διαβάστε ακόμη: Ακριβό μου διθέσιο, καλό μου αμάξι

Κι όμως, η αλήθεια είναι απλή: η selfie δεν είναι η στιγμή, είναι το φάντασμά της. Δεν είναι το βλέμμα που αντάλλαξες, ούτε η σιωπή που σε συγκίνησε, ούτε το γέλιο που δεν ήθελες να τελειώσει. Είναι ένα αποστειρωμένο «κλικ» για να πείσεις τους άλλους (και τον εαυτό σου) ότι ζεις. Και στην πραγματικότητα, όσο περισσότερο κυνηγάς αυτό το «κλικ» τόσο λιγότερο ζεις.

Φέτος, χωρίς selfie, ένιωσα ελεύθερη. Δεν χρειαζόταν να αποδείξω τίποτα σε κανέναν. Δεν σκεφτόμουν το σωστό φως, το φόντο, το αν χαμογελάω αρκετά, το αν θα φαίνεται η «καλή» μου πλευρά. Απλώς ζούσα. Και ανάσυρα από τη μνήμη μου κάτι που είχα ξεχάσει: οι στιγμές είναι φτιαγμένες για να τις θυμάσαι, όχι για να τις δείχνεις. Ναι, ήδη ξεθωριάζουν μέσα μου. Αλλά αυτή η φθορά είναι η πιο αυθεντική απόδειξη ότι τις έζησα.

Οπότε ας το πούμε καθαρά: η κουλτούρα της selfie δεν είναι αθώα. Μας έχει μετατρέψει σε marketing manager και content editor της ίδιας μας της ζωής. Μας έχει κάνει να πιστεύουμε ότι χρειαζόμαστε ένα post για να μας αποδείξει ότι όντως ζήσαμε ό,τι ζήσαμε.

Αποχαιρετώντας το φετινό καλοκαίρι χωρίς selfies, κρατάω ένα παράδοξο: νιώθω ότι έζησα περισσότερο, αλλά ταυτόχρονα μοιάζει σαν να μην έζησα τίποτα. Αν η αξία της εμπειρίας μετριέται με τα likes εγώ φέτος δεν μάζεψα ούτε ένα. Και αφού το καλοκαίρι μου φέτος δεν «ανέβηκε», δεν υπάρχει; Ή μήπως όχι;

Photo: Lily Louise Bosworth/ Flirk