Το dress code των ελληνίδων παρουσιαστριών: Από μένα είναι όχι

Υπάρχει ένα catwalk που δεν φωτίζεται από προβολείς της μόδας αλλά από τα φώτα του στούντιο. Είναι το catwalk της τηλεόρασης∙ εκεί όπου πρωί, μεσημέρι βράδυ, οι παρουσιάστριες εμφανίζονται με looks που συχνά ξεπερνούν την είδηση και τη φαντασία…
Τον οφθαλμίατρό μου, μέγα επιστήμονα της πιάτσας, τον επισκέφθηκα αρχές Σεπτέμβρη. «Μια χαρά τα ματάκια», μου είπε χτυπώντας με στην πλάτη. Και πράγματι, μια χαρά τα έβλεπα όλα κι εγώ μέχρι τα μέσα του μήνα, τότε που επέστρεψαν δριμύτερες οι τηλεοπτικές εκπομπές μετά των κυριών τους. Στην αρχή νόμιζα ότι με γελούσαν (ναι καλέ, τα μάτια). Όταν όμως άρχισαν σταδιακά να πρήζονται τα βλέφαρα, να θολώνει η όραση και να νιώθω εκείνο το γνώριμο κάψιμο, είπα μέσα μου: να τη, η… φωτοκερατίτιδα. Μόνο που η δική μου δεν ήρθε από τον ήλιο, ήρθε από το στραφταλιζέ, το λαμέ, το φτερό και το πούπουλο του τηλεοπτικού dress code. Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή.
Διαβάστε ακόμη: Ο Γιάννης Αντετοκούνμπο και τα καλοκακομαθημένα μας
Ώρα νωρίς. Πολύ νωρίς. Εκεί που παλεύεις με ξυπνητήρια, μαξιλάρια, πυτζάμες, οδοντόβουρτσες, σεντόνια, πρωινά, παιδιά, σκυλιά κι αμέτρητα «μην αργήσεις», ανοίγεις την τηλεόραση με μια γουλιά καφέ για μια κλεφτή ματιά. Και τις βλέπεις. Και κοκαλώνεις. Κι ο καφές σου βγαίνει από τη μύτη σε ένα απρόσμενο ξέσπασμα γέλιου. «Πού πας, κοπέλα μου, χαράματα;» μονολογείς. Κι όσο το λες, τόσο τρίβεις το έρμο το μάτι, μην τυχόν και σε γελάει: λαμέ μίνι που το τραβάει πότε από δω, πότε από κει μπας και μακρύνει. Αβυσσαλέο ντεκολτέ που το σπρώχνει μια δεξιά, μια αριστερά μήπως και μικρύνει. Μπιζού παντού, μαλλί λακαρισμένο σαν στήλη αρχαιοελληνικού ναού, σορτσάκια, πεδιλάκια και μπουστάκια, όλα σεταρισμένα με make up που φωνάζει bachelor party σε μαγαζί της παραλιακής. Τσιμπιέσαι μπας και βλέπεις όνειρο. Ή εφιάλτη.
Διαβάστε ακόμη: Το καλοκαίρι μέσα μας…
Κι έρχεται το μεσημέρι. Κι εκεί που λες «τώρα θα σοβαρέψουμε, δεν γίνεται, δεν ταιριάζει το κοινωνικό δράμα, το έγκλημα, η ακρίβεια και η πολιτική με τη λατέρνα», να σου η κατά φαντασίαν μαντάμ Ντε Μποβουάρ να σεργιανίζει το πλατό σαν ντίβα της Όπερας της Βιέννης με μάξι ξώπλατη τουαλέτα, ταφτάδες και βολάν, δωδεκάποντο λουστρίνι και ύφος που σε ρωτάει «Πώς σου φαίνεται το φόρεμα;». «Φτου σου κοπέλα μου, κούκλα είσαι μη σε ματιάσω», της απαντάς. Δεν σε ακούει. Πού τέτοια τύχη. Αν σε άκουγε ίσως και να ντρεπόταν να ξεδιπλώνει την ανεργία, τη δολοφονία και κάθε παράγωγο του -ία μέσα στην πιο απόλυτη ενδυματολογική παραφωνία. Σαν να παίζει ρέκβιεμ με τουμπερλέκι, ένα πράγμα. Η μικρή οθόνη μεταμφιεσμένη σε μεγάλη πίστα που φωνάζει «μαύρα μεσάνυχτα» συνεχίζει φυσικά να στενάζει απτόητη έως το βράδυ, κι εμείς μαζί της. Όχι, κουκλίτσα μου. Δεν μπορείς να λες δελτίο ειδήσεων με look που θα ζήλευε η Kim Kardashian ή με φόρεμα κολλητό σαν δεύτερο δέρμα, ως άλλη J.Lo. έτοιμη για τα MTV Awards. Αυτό δεν είναι ενημέρωση, είναι after party με τίτλους ειδήσεων για ντεκόρ.
Με το μάτι τούμπανο από το τρίψιμο, κλείνεις την τηλεόραση κι αναρωτιέσαι: «Συνεννοημένες είναι όλες μεταξύ τους;» Κι άντε και είναι. Δεν υπάρχει κάποιος να τις συμβουλεύσει; Να τους πει με δυο λογάκια: «Κοριτσάκι μου γλυκό, με σορτς πάμε στη θάλασσα. Καλοκαίρι γιοκ. Με τουαλέτα πάμε σε δεξίωση. Δεξίωση après. Κι αυτά τα σκουλαρίκια, όσο κι αν τ’ αγαπάς, τα φοράμε στο καρναβάλι. Καρναβάλι στις 2 Μαρτίου! Τότε πέφτει φέτος η Κυριακή της Αποκριάς».
Κι άντε και μπέρδεψαν τους χρόνους, τους τόπους, τις εποχές και τις γιορτές. Πίσω από κάθε «ανεπιτήδευτη» εμφάνιση, κρύβεται μια βιομηχανία ολόκληρη: στιλίστες που ξενυχτούν για τον σωστό συνδυασμό, μακιγιέρ που παλεύουν με φώτα και κάμερες, κομμωτές που μοχθούν ώρες ολόκληρες για να στρώσει η τρίχα, όλα καμωμένα στο όνομα ενός άτυπου συμβολαίου με τον τηλεθεατή: «εσύ βλέπεις, εγώ εντυπωσιάζω». Ένας από αυτούς δεν βρέθηκε να τους πει ότι η απόσταση ανάμεσα στο fashion icon και στην καρικατούρα είναι τόσο λεπτή όσο το όριο ανάμεσα στο chic και στο kitsch;
Μια ματιά στο εξωτερικό, εκεί όπου η εικόνα αλλάζει είναι δύσκολο να ρίξουν; Να δουν πως ντύνονται οι τηλεπαρουσιάστριες της Ευρώπης και της Αμερικής όπως η Christiane Amanpour, η Laura Woods, η Linsey Davis, η Dana Perino, η Gayle King ή η Oprah Winfrey; Γυναίκες που καταφέρνουν να είναι κομψές και που ξέρουν καλά ότι στο πλατό δεν χωράνε πανηγύρια. Η Amanpour με τα αυστηρά σακάκια και τις καθαρές γραμμές που εκπέμπουν σοβαρότητα, η Woods με το ανεπιτήδευτο αλλά στιλάτο προφίλ που την έχει κάνει style icon στη Βρετανία, η Davis με τη σικάτη κομψότητα που ταιριάζει σε prime time ειδήσεις, η Perino με τα power looks που βγάζουν κύρος χωρίς φιοριτούρες, η King με τα τολμηρά χρώματα που παραμένουν όμως τηλεοπτικά σωστά, και η Oprah με τα διαχρονικά φορέματα που αναδεικνύουν κύρος χωρίς να φωνάζουν «κοίτα με». Η εικόνα τους είναι μέσο, όχι αυτοσκοπός∙ εργαλείο για να στηρίξει τον λόγο τους, όχι για να τον επισκιάσει.
Ναι. Η τηλεόραση, ζούσε και ζει και θα ζει από το θέαμα. Όταν όμως το θέ(α)μα είναι η ίδια η παρουσιάστρια τότε μάλλον έχουμε μπλέξει το μήνυμα με το περιτύλιγμα, ήτοι τα μπούτια μας. Όταν μεταξύ τους παίζεται ένα άτυπο διαγωνιστικό παιχνίδι του «ποια θα φορέσει το πιο εντυπωσιακό», «ποια θα βγει πιο λαμπερή στο Instagram», «ποια θα κλέψει τα βλέμματα στο Twitter», τότε η ενημέρωση καταντάει hashtag. Κι όταν η είδηση βουτά στην κολυμπήθρα της πασαρέλας, τότε δεν έχουμε παρά να κάνουμε τον σταυρό μας. Γιατί πέρα από τα μάτια μας, στραβώνουν πολλά…
Photo credit: Istock