Καταναλώνω άρα υπάρχω;
Η μόδα αλλάζει και το αντιλαμβάνεσαι όταν παρατηρείς τις τάσεις, τις βιτρίνες, τα σύμβολα πίσω από τις μαύρες, ομοιόμορφες στολές, ακόμη κι αν δεν θέλεις να το παραδεχτείς.
Ανέκαθεν η μόδα καθρέφτιζε την εποχή, την κοινωνία, την πολιτική της πραγματικότητα. Βλέπεις μια παλιά συλλογή Dior και μεταφέρεσαι στη δεκαετία του ’40, στο New Look. Καταλαβαίνεις αλλιώς τη δεκαετία του ’70 όταν φοράς ένα vintage κομμάτι από την πιο ψυχεδελική δεκαετία του χθες. Και σήμερα; Μπορεί πραγματικά να υπάρξει αντισυστημικός δημιουργός σε μια τόσο καλοκουρδισμένη μηχανή;
Διαβάστε ακόμη: Όταν η μόδα μάς γυρίζει την πλάτη
Διάβασα πρόσφατα μία συνέντευξη του σπουδαίου Ιάπωνα σχεδιαστή, Yohji Yamamoto. Δε συνηθίζει να μιλά στους δημοσιογράφους, προτιμά να εκφράζεται μέσα από τις σχεδόν πάντα μαύρες συλλογές του. Αυτή τη φορά, όμως, είναι εξοργισμένος. Ο άνθρωπος που αποδόμησε όσο λίγοι τα ρούχα της εργατικής τάξης, μεταμορφώνοντας τα σε πολυτελή, λειτουργικά κομμάτια, δηλώνει βαθειά πληγωμένος από τις σημερινές εταιρικές πρακτικές της παγκόσμιας βιομηχανίας. Ακούραστος στα 82 του, μιλά ανοιχτά για την κούραση που του προκαλεί ένα «άπληστο», όπως το χαρακτηρίζει, σύστημα που ζει αποκλειστικά για τους ισολογισμούς. Σύστημα που παράγει άγχος και όχι μόδα.
Διαβάστε ακόμη: Άνδρας, ο φυσιολογικός (ουσ.)
Γιατί η πίεση είναι τεράστια. Κανείς δεν συζητά το τέλος του Alexander McQueen ή άλλων δημιουργών που έφυγαν νωρίς από το παιχνίδι. Η μόδα θυμίζει πια καζίνο, όλα περιστρέφονται γύρω από τα χρήματα. Οι ιστορικοί οίκοι κατηγορούνται πως λειτουργούν σαν παιδιά που κυνηγούν την μπάλα, χωρίς να σκέφτονται τον θεατή, τον καταναλωτή.
Την ίδια αγωνία εκφράζει και η Rei Kawakubo των Comme des Garçons. Θέλει να μεταδώσει συναίσθημα, να ενισχύσει μικρότερες, αλλά δυνατές προσπάθειες. Όμως οι ανεξάρτητοι σχεδιαστές, χωρίς την υποστήριξη ομίλων, παλεύουν να επιβιώσουν. Φωνάζουν ότι υπάρχει κι άλλος δρόμος αλλά ποιος τους ακούει; Και κυρίως, ποιος τους αγοράζει;
Το διαπιστώνεις στα social media. Άγνωστα ονόματα, με καινοτόμες προτάσεις, παραμένουν αόρατα. Ευθυγραμμίζονται με τις κλασικές συμβουλές, νοικιάζουν ατελιέ, χτίζουν brands, πληρώνουν φόρους, ξοδεύουν περιουσίες, απογοητεύονται, εξαφανίζονται.Και όμως, βρισκόμαστε σε περίοδο εξέγερσης. Όλο και περισσότεροι αποκτούν φωνή.
Την προηγούμενη δεκαετία λίγοι μιλούσαν, οι περισσότεροι βολευόντουσαν στην ευημερία. Κυριαρχούσε η θεωρία, «αγόραζε λιγότερο αλλά έξυπνα», σαν μια προσπάθεια να ανακοπεί ο φαύλος κύκλος της fast fashion, και αργότερα της υπερπολυτέλειας.
Το μοντέλο παραγωγής είναι πια στερεότυπο, κέρδος πάνω από όλα. Και η συνταγή, δεδομένη. Πρόκειται για ένα νέο κοινωνικοπολιτισμικό φαινόμενο στη μόδα που απευθύνεται σε αχόρταγους καταναλωτές, δηλαδή, όλους εμάς.
Καταναλώνω άρα υπάρχω; Σκρολάρουμε, αγοράζουμε, προχωράμε. Μια βιομηχανία που δεν ακούει φωνές, επιλέγει να τις αγνοεί.
Το νέο μανιφέστο της μόδας αναπαράγει το παρελθόν εμμονικά, με το βλέμμα στραμμένο στο μέλλον. Εποχικότητα, παγκοσμιοποίηση, θέαμα.
Οι πρωταγωνιστές μιλούν. Ζητούν να ακούγονται καθαρά. Δεν κρίνονται πλέον μόνο για το ντιζάιν, αλλά κυρίως για την ανέμπνευστη και βαρετή πασαρέλα με διασημότητες και «πρόσωπα επιρροής» ή ινφλουένσερ που φορούν ενδυματολογικά δολώματα έναντι υψηλού τιμήματος.
Οι σχεδιαστές μοιάζουν με πιόνια σε σκακιέρα. Πιόνια που το σύστημα κινεί και απορρίπτει κατά βούληση. Δημιουργοί-«προϊόντα», βασίλισσες, βασιλιάδες, στρατός, λευκοί και μαύροι. Αφηγούνται ιστορίες κάθε έξι μήνες, αλλά τώρα αισθάνονται την ανάγκη να σκηνοθετήσουν συλλογές αντίστασης.
Σκέφτομαι τους επαναστάτες του σήμερα. Εκτός από τον Yohji Yamamoto, τον Issey Miyake και την Rei Kawakubo, υπάρχει ο Demna Gvasalia, πλέον στο τιμόνι του Gucci. Θα συνεχίσει την αντίσταση; Μπορεί να εμπνευστεί από τον Helmut Lang και τον Martin Margiela, αλλά δεν είναι εύκολο να μην υποκύψεις στο δολαριόλουτρο.
Στο τέλος, όλοι κάπως υποχώρησαν. Η εμπειρία δείχνει ότι η αντίσταση κοστίζει ακριβά. Εκτός κι αν κάποιος μπορεί να παραμένει αντισυστημικός ενώ ταυτόχρονα αποτελεί μέρος του συστήματος. Να ανατρέπει την ιδέα ότι η μόδα πρέπει να είναι χαρούμενη, επιπόλαιη, απολιτική.
Ίσως τώρα είναι η στιγμή να επαναπροσδιορίσουμε τη μόδα από μέσα. Κάποτε υπήρχε η «βέλγικη σχολή», με την Ann Demeulemeester, τον Dries Van Noten, τον Martin Margiela. Οι συγκεκριμένοι σχεδιαστές δεν ήταν αντισυστημικοί, απλώς αμφισβητούσαν την έννοια του καλού γούστου, όπως επίσης και τι θεωρείται σέξι, θηλυκό ή λαμπερό. Και όλα τα στερεότυπα για το τι είναι ή δεν είναι «σωστό». Οι Ιάπωνες και οι Βέλγοι βρέθηκαν στο Παρίσι, αναζητώντας επιτυχία σε μια βιομηχανία που κινείται από το εμπόριο.
Ηθική και βιωσιμότητα, μαζί με όλα τα κλισέ. Όταν οι αριθμοί δεν βγαίνουν, θέλεις τουλάχιστον να κοιμάσαι ήσυχος. Να είσαι εντάξει με τη συνείδηση σου. Είναι ο ακτιβισμός ντεμοντέ; Όχι σε έναν κόσμο όπου η επιχειρηματικότητα μοιράζεται ανάμεσα σε καρχαρίες και σαρδέλες. Γιατί το ταλέντο δεν αρκεί. Και το παιχνίδι δεν είναι δίκαιο. Οι κανόνες, όμως, παραμένουν ίδιοι. Μιλούν γιαπωνέζικα με γαλλική προφορά.
Photo credit: Yohji Yamamoto

Εμμανουέλα Μαθιουδάκη
Παύλος Παπαφράγκος