Τις ακούω για ώρα να μιλάνε. «Να πάρουμε ένα burger μαζί. Αποκλείεται να φάμε ένα ολόκληρο η καθεμία», λέει η μια. «Ναι, παιδί μου… Από τότε που ξεκίνησα τις ενέσεις τρώω δυο μπουκιές και νομίζω πως έχω σκάσει. Ένα και πολύ μας είναι…», συμπληρώνει η άλλη. Γυρίζω να τις κοιτάξω. Θα ’ναι, δεν θα ’ναι δεκαοχτώ. Τα σώματά τους είναι λεπτά, σχεδόν εύθραυστα. Στην αρχή τις λυπάμαι. Γιατί κάνουν ενέσεις τόσο νέα κορίτσια; Κάτι σοβαρό θα έχουν. Κάτι με το σάκχαρο, κάτι ορμονικό, κάτι που δεν επιλέγεις αλλά σου συμβαίνει, σκέφτομαι. Μα όσο τις ακούω να μιλούν για την τάδε επώνυμη που έχασε είκοσι κιλά με μία ένεση και τη δείνα παρουσιάστρια που «έγινε στιλάκι» με τον ίδιο τρόπο, τόσο μπαίνω στο νόημα. Μια χαρά είναι τα κορίτσια. Κάτι άλλο δεν πάει καλά…

Διαβάστε ακόμη: Δεν ζωντανεύεις τον θάνατο, όπως δεν σκοτώνεις τη ζωή…

Ασυναίσθητα, το μυαλό μου τρέχει στις δίαιτες που πέρασαν από τη ζωή μου, στοίχημα κι από τη δική σου, σαν τελετουργικό αυτομαστίγωμα. Τη δίαιτα της σούπας, όπου επί επτά μέρες βρομοκοπούσε λάχανο όλο το σπίτι κι αδυνατίζαμε περισσότερο από τη θλίψη παρά από τις θερμίδες. Την ανανά–μπισκότο, που υποσχόταν αποτελέσματα μέσα σε 48 ώρες και παρέδιδε μόνο ζαλάδες και μια μόνιμη δυσανεξία στα θαύματα. Την Άτκινς, που μας έμαθε να κοιτάμε επί τρεις μήνες τα μακαρόνια σαν απαγορευμένο έρωτα με τον οποίο δεν θα είμαστε ποτέ μαζί. Και, φυσικά, τις χυμο-detox, εκείνες τις πράσινες μίξεις που πίναμε με τη μύτη σαν φάκελο σφραγισμένη για πέντε μέρες και νιώθαμε ότι είχαμε πολτοποιηθεί μαζί με τις αντοχές μας. Και την άλλη. Τη μονόπατη. Μόνο μήλα. Μόνο ρύζι. Μόνο γιαούρτι. Μόνο κοτόπουλο. Υπάρξαμε άνθρωποι που φάγαμε μόνο ένα τρόφιμο μέχρι να το μισήσουμε για πάντα. Μαζί με τη ζυγαριά.

Διαβάστε ακόμη: Δεσποινίς ετών 29, προς Θεού, ούτε μέρα παραπάνω!

Σήμερα τα πράγματα άλλαξαν. Το λένε τα κορίτσια. Το επιτάσσει η εποχή. Το σερβίρουν τα κάθε λογής ενέσιμα που για αλλού ξεκίνησαν κι αλλού… καρφώνονται. Κι έτσι, ξαφνικά, όλα μοιάζουν απλά. Δεν χρειάζεται να παλέψεις με το ψυγείο, με τις τύψεις, με τις μικρές ατασθαλίες, με τις μεγάλες στερήσεις, με τις ημέρες απόγνωσης, με τους μήνες ελέγχου και με την πάντα ίδια, βασανιστική προσδοκία πως αυτή τη φορά «θα δουλέψει».

Αρκεί μία ένεση για να σβήσει την όρεξη, να μειώσει την προσπάθεια, να αχρηστεύσει την υπομονή, να ισοπεδώσει την επιμονή.

Το μαγικό λυχνάρι της απώλειας κιλών, σε μορφή Τζίνι, είναι εδώ. Τι ωραία! Η μαγεία, άλλωστε, είναι πάντα δελεαστική. Δεν ζητά αποδείξεις. Δεν θέτει ερωτήσεις. Όλα μοιάζουν εύκολα. Καθαρά. Σχεδόν αθώα. Σαν να μην υπάρχει δεύτερη πράξη. Φτάνει να τρίψεις το λυχνάρι. Μόνο που, όπως σε κάθε παραμύθι, η ευχή μαζί με την πραγμάτωσή της δεν είναι το τέλος της ιστορίας• είναι η αρχή της. Ο λογαριασμός έρχεται μετά. Και συχνά είναι πολύ πιο τσουχτερός απ’ όσο υπολόγιζες.

Γιατί κάθε εύκολη λύση κουβαλά νομοτελειακά το τίμημά της. Τα εν λόγω ενέσιμα δεν σχεδιάστηκαν για τη δίαιτα της διπλανής πόρτας, αλλά για συγκεκριμένες κατηγορίες ασθενών, με σαφείς ενδείξεις και αυστηρή ιατρική παρακολούθηση. Στην πράξη, όμως, η διαδρομή τους άλλαξε και πήραν το μονοπάτι της εύκολης απώλειας βάρους παρέα με τον… Τζαφάρ. Όχι. Το κακό δεν έρχεται με μανδύα και σκοτεινά μάγια, αλλά με εξάντληση, ζαλάδες, επίμονη ναυτία, στομάχι σε λειτουργία πλυντηρίου, έντερα σε κατάσταση διαμαρτυρίας και με εκείνη την περίεργη αίσθηση ότι κάτι μέσα σου δεν λειτουργεί πια όπως πριν. Σε ορισμένες περιπτώσεις έχουν ήδη καταγραφεί διαταραχές στον θυρεοειδή, ενώ διεθνείς έρευνες εξετάζουν ακόμη και πιθανές συνδέσεις με πολύ σοβαρότερες ασθένειες. Όχι ως βεβαιότητες, αλλά ως προειδοποιήσεις που είναι τουλάχιστον αφελές να αγνοείς.

Και το ακόμη χειρότερο; Πολλά από αυτά, ξέφυγαν από τα ιατρεία, μπήκαν στις οθόνες, κυκλοφορούν από inbox σε inbox, από σύσταση φίλης σε σύσταση φίλης, από story σε story — χωρίς συνταγή, χωρίς εξετάσεις, χωρίς γιατρό. Ένα μήνυμα, ένα «έχω μια άκρη», ένα «μου το έφερε μια γνωστή απ’ έξω», έχει μετατρέψει την αγορά τους σε ένα παιχνίδι που παίζεται με τους δικούς του άτυπους κανόνες, ρίχνοντας στα ζάρια ό,τι πιο πολύτιμο έχουμε: την υγεία μας. Εκείνη ακριβώς για την οποία η Kate Winslet προειδοποίησε δημόσια πριν από λίγες ημέρες λέγοντας: «Ξέρετε άραγε τι βάζετε μέσα στο σώμα σας; Η αδιαφορία για την υγεία σας είναι τρομακτική».

Προς το παρόν δεν υπάρχουν επίσημα στοιχεία για το πόσες γυναίκες παγκοσμίως ακολουθούν αυτή τη μόδα του εύκολου και γρήγορου αδυνατίσματος. Η πίεση, τα social media και η ανεξέλεγκτη διάθεση κρατούν το φαινόμενο εκτός χαρτών και εκτός έρευνας. Κι όμως, όλοι ξέρουμε τουλάχιστον μία. Μια φίλη, μια συνάδελφο, μια γνωστή της γνωστής. Το φαινόμενο δεν μετριέται με αριθμούς, αλλά με ψιθύρους. Με «το έκανε κι εκείνη», με «έχασε κι αυτή σε δυο μήνες», με «το παίρνει ο μισός μου κύκλος». Και αυτό είναι το πιο ανησυχητικό: ότι πρόκειται για μια πρακτική τόσο διαδεδομένη, που μοιάζει πια σχεδόν κανονική, και ταυτόχρονα τόσο αδήλωτη, που κανείς δεν μπορεί να την ελέγξει πραγματικά.

Κορίτσια μου μικρά, μεγάλα και μεγαλύτερα, το να αδυνατίσεις μοιάζει με happy end. Αλλά ας έχουμε στο νου μας πως στη ζωή, σε αντίθεση με τα παραμύθια, ο Τζαφάρ μπορεί να έρθει σιωπηλά, όταν νομίζεις πως όλα τελείωσαν. Και ίσως αυτό θα έπρεπε να μας βαραίνει πολύ περισσότερο από τα παραπανίσια μας κιλά…

Photo credit: Getty Images / Creative: Ανδρέας Κωστόπουλος