«Δε σε φοβάμαι εσένα, είσαι δυνατή». Λέξεις που λέγονται για να επαινέσουν, αλλά μπορεί να σε οδηγήσουν στην τρέλα. Σκοπός να σου κρεμάσουν ένα παράσημο, αλλά το μόνο που καταφέρνουν είναι να σου κρεμάσουν ένα βαρύ φορτίο.

Δείτε ακόμη: Νύχτες με τον εχθρό μου;

Κι εκεί ακριβώς είναι η παγίδα. Σε σφάζει με το βαμβάκι αυτή η φράση, είναι τόσο υποδόρια η χειριστικότητά της, που δε μπορείς να αντιδράσεις. Η πρόθεση ήταν καλή, σωστά; Μπορεί και όχι. Υπάρχει καλύτερη δικαιολογία από αυτή για να σε αφήσουν μόνη;

Και κάθε φορά που την ακούς θέλεις να τσιρίξεις. Όμως το μόνο που κάνεις είναι να χαμογελάς ευγενικά. Και μετά ένα συγκαταβατικό νεύμα. Μόνο το μαξιλάρι σου και οι τέσσερις τοίχοι του μπάνιου σου ξέρουν την αλήθεια. Ότι εκείνο που έκανε τα μάτια σου να γυαλίζουν δεν ήταν ένα σκουπιδάκι.

Ξέρεις κάτι; Όχι, δεν είμαι πάντα δυνατή. Αλλά πρέπει πάντα να φαίνομαι έτσι. Γιατί δεν έχω άλλη επιλογή. Γιατί δεν έχω κάποιον να στηριχτώ. Δε ζήτησα να είμαι η δυνατή. Ένας ρόλος είναι. Μου ανατέθηκε από τον σκηνοθέτη γιατί κανένας άλλος δεν τον ήθελε. Ή γιατί δε μπορούσε να τον αναλάβει. Δεν είχε τα φόντα, βλέπεις.

Δε θυμάμαι καν τη στιγμή που βαφτίστηκα δυνατή. Πάνε πολλά χρόνια. Και έτσι έμαθα να μη με φοβάμαι ούτε κι εγώ. Όχι, δε γεννήθηκα έτσι. Η ζωή με ανάγκασε. Το περιβάλλον. Οι περιστάσεις. Οι άνθρωποι. Με τη δική τους ανικανότητα, την ατολμία. Γιατί κάποιος έπρεπε να κάνει τη δουλειά. Να βγάζει το φίδι από την τρύπα. Να διαχειρίζεται τις δυσκολίες. Να διατηρεί την ψυχραιμία του. Να βρίσκει τις λύσεις.

Πολύ θα ήθελα να τα βρίσκω όλα έτοιμα. Να μη ζορίζομαι. Και καμιά φορά ξέρεις τους ζηλεύω αυτούς που καταρρέουν, τους αδύναμους, τους δειλούς, αυτούς που κλαίγονται. Που δε χρειάστηκε ποτέ να αποδείξουν (στον εαυτό τους πρωτίστως) πόσο δυνατοί είναι και οι ίδιοι. Πόσο δυνατοί είμαστε όλοι μας κατά βάθος.

Πάντα κατάφαση. Ποτέ ερώτηση. «Είσαι δυνατή; Τα καταφέρνεις; Αντέχεις;».

Σε έχουν ήδη δικάσει και έχουν βγάλει ομόφωνη απόφαση, χωρίς να σου επιτρέψουν καν να απολογηθείς. Η ετυμηγορία; Δυνατή. Προεξοφλούν μία δύναμη χωρίς να αναρωτιούνται από πού την αντλείς. Και εδώ που τα λέμε, ούτε εγώ ξέρω πού τη βρίσκω.

Δείτε ακόμη: Κυρία Κοκοβίκου εν έτει 2025

Και ξέρεις κάτι; Δεν είναι ότι δεν αντέχω. Είναι ότι δεν θέλω πια να χρειάζεται να αντέχω συνεχώς. Θέλω χώρο να είμαι κουρασμένη. Να θυμώνω. Να φοβάμαι. Να τα χάνω. Να μην ξέρω τι μου γίνεται. Χωρίς να νιώθω ενοχές. Θέλω τουλάχιστον να έχω την επιλογή. Να αντέξω ή να καταρρεύσω. Να μείνω ή να φύγω. Να σταθώ ή να πέσω.

Σε ευχαριστώ που μου δείχνεις εμπιστοσύνη, με κολακεύεις. Με τα λόγια σου με βοηθάς, χτίζεις την αυτοπεποίθησή μου. Αλλά μαζί χτίζεις και το τείχος γύρω μου- αυτό που κρατάει μακριά τους ανθρώπους. Γιατί μου μαθαίνεις ότι δεν υπάρχει κανείς να στηριχτώ. Και μου δημιουργείς ακόμη μεγαλύτερη πίεση. Να μη σε απογοητεύσω. Να μην αποτύχω. Γιατί θα πέσω στα μάτια σου. Γιατί δε θα έχω ανταποκριθεί στις προσδοκίες σου. Γιατί η εικόνα που έχω καλλιεργήσει θα αποδειχθεί ψεύτικη κι εγώ απατεώνας.

Προφανώς αντέχουμε και δε θέλουμε τη βοήθεια κανενός ούτε περιμένουμε κάποιος να μας απαλλάξει από τα βάρη μας με ένα μαγικό ραβδάκι. Αλλά λίγο ενδιαφέρον, λίγη ενσυναίσθηση, δε θα έβλαπτε.

Κι αν δε μπορείς να πεις «είναι εντάξει να μην αντέχεις, θα κάνεις το καλύτερο που μπορείς, είμαι εγώ εδώ για ό,τι χρειαστείς», καλύτερα μην πεις τίποτα. Δε χρειάζεται. Αντέχω…

Photo credit: Imdb