Το υψωμένο δάχτυλο δεν θα κρατήσει ποτέ το χέρι σου

Είναι εύκολο να δείχνεις τους άλλους. Να υψώνεις το δάχτυλο με στόμφο, να νουθετείς, να απειλείς. Δύσκολο είναι να το στρέψεις προς τον εαυτό σου, από εκεί που ξεκινούν όλα όσα κατηγορείς.
Υπάρχει κάτι που με εξοργίζει περισσότερο από την κριτική: η υποκριτική κριτική. Αυτή που έρχεται με στόμφο, με απειλές, με «συμβουλές» που μυρίζουν έπαρση και συγκατάβαση. Από ανθρώπους που στήνουν τους άλλους στον τοίχο με έναν ηθικιστικό καθωσπρεπισμό, σαν να κρατούν στα χέρια τους το μοναδικό κλειδί της αλήθειας και της δικαιοσύνης. Που μιλούν με φωνή αγανακτισμένου τιμητή, αλλά δεν έχουν ιδέα ούτε πώς είναι να προσπαθείς, ούτε πώς είναι να πέφτεις, ούτε πώς είναι να σηκώνεσαι μόνος σου.
Διαβάστε ακόμη: Είμαι όλα όσα δεν έχω ξεχάσει
Κι όμως, αυτοί οι ίδιοι, όταν έρθει η στιγμή να πράξουν, να σταθούν στο ύψος των περιστάσεων ή απλώς να αναλάβουν τις δικές τους ευθύνες, είναι απόντες. Ή, χειρότερα, γίνονται θρασύδειλοι. Πετούν την πέτρα και κρύβουν το χέρι. Υψώνουν τη φωνή όταν τους παίρνει, σιωπούν ή υποκρίνονται άγνοια όταν δεν τους συμφέρει. Έχουν πάντα έτοιμη μια δικαιολογία, έναν φταίχτη, μια συνθήκη που “δεν ευνοούσε”.
Διαβάστε ακόμη: Λιωμένο παγωτό στο χέρι…
Αναρωτιέμαι: γιατί τόση αυστηρότητα προς τους άλλους και τόση επιείκεια προς τον εαυτό τους; Τι είναι αυτό που τους κάνει να υψώνουν το δάχτυλο, να επιβάλλονται με λόγια μεγάλα, αλλά να λουφάζουν όταν πρόκειται για πράξεις;
Η απάντηση, νομίζω, βρίσκεται κάπου μεταξύ φόβου και ενοχής. Όσο πιο πολύ φοβάσαι να δεις κατάματα τον εαυτό σου, τόσο πιο εύκολα προβάλλεις τις αδυναμίες σου στους άλλους. Όσο πιο πολύ ντρέπεσαι για όσα δεν έκανες, για τις λάθος επιλογές, για τις αναβολές, για τη δειλία σου, τόσο πιο εύκολα βρίσκεις «θύματα» να διορθώσεις, να καθοδηγήσεις, να κατακρίνεις. Έτσι μετατοπίζεις την ευθύνη. Φταίνε οι άλλοι, όχι εσύ. Εσύ απλώς «βλέπεις τα πράγματα καθαρά». Εσύ «τα λες έξω από τα δόντια».
Αλλά η αλήθεια είναι πως
η κριτική χωρίς αυτογνωσία είναι απλώς επίθεση. Είναι εξουσία χωρίς κύρος.
Είναι αέρας κοπανιστός, ντυμένος με λόγια επιτήδεια. Είναι μια μάσκα που πέφτει εύκολα όταν τη φυσήξει ο πρώτος άνεμος ευθύνης.
Μιλάμε για εκείνους που παριστάνουν τους “δυνατούς”, μα είναι εσωτερικά εύθραυστοι. Που φορούν πανοπλία εγωισμού για να κρύψουν τη δική τους ανασφάλεια. Που τρομάζουν μπροστά στον καθρέφτη του εαυτού τους και επιλέγουν να τον στρέψουν σε εμάς.
Ξέρετε ποιο είναι το πιο ειρωνικό; Όλοι αυτοί που μας δείχνουν το λάθος, σπάνια ζητούν συγγνώμη όταν κάνουν το ίδιο ή χειρότερο. Δεν θα τους δείτε να σκύβουν το κεφάλι, να πουν «έκανα λάθος», να σταθούν εκτεθειμένοι. Δεν το αντέχουν. Η αδυναμία τους δεν χωρά ούτε στο βλέμμα τους. Γιατί για να αναλάβεις ευθύνη, πρέπει πρώτα να έχεις κότσια. Να μην φοβάσαι να δεις ποιος είσαι.
Και τότε θυμάμαι κάτι που λένε συχνά οι ψυχολόγοι: οι πιο σκληροί επικριτές είναι συχνά εκείνοι που μέσα τους έχουν τη μεγαλύτερη ανασφάλεια. Όχι επειδή ξέρουν περισσότερα. Αλλά επειδή δεν αντέχουν την αλήθεια τους. Και αν δεν αντέχεις την αλήθεια σου, πώς να ανεχθείς την αλήθεια των άλλων;
Γι’ αυτό, την επόμενη φορά που κάποιος θα σας κουνήσει το δάχτυλο, κοιτάξτε τον καλά. Όχι με φόβο. Όχι με θυμό. Με καθαρό βλέμμα. Αναρωτηθείτε: τι είναι αυτό που προσπαθεί να κρύψει πίσω από το ύφος του; Ποια δική του ευθύνη του είναι τόσο βαριά που πρέπει να τη φορτώσει σε εσάς;
Και κυρίως, κρατήστε μια υπόσχεση στον εαυτό σας: να μη γίνετε σαν κι αυτόν. Να μη μιλάτε πριν κοιτάξετε μέσα σας. Να μη δείχνετε, αν πρώτα δεν έχετε σταθεί. Και, πάνω απ’ όλα, να θυμάστε: η ευθύνη δεν είναι όπλο. Είναι στάση. Και αυτή δεν την υποκρίνεσαι. Ή την έχεις ή, δεν την έχεις.