Όνειρο σε συσκευασία κραγιόν

Η πρόσφατη κυκλοφορία κραγιόν που κοστίζει 140 ευρώ μας κάνει να αναθεωρήσουμε τη λογική με την οποία εφοδιάζουμε το νεσεσέρ μας. Ή μήπως όχι;
Κάποια πράγματα είναι δεδομένα πριν ακόμα γίνουν πραγματικότητα. Ας πάρουμε, για παράδειγμα, την κυκλοφορία μιας σειράς κραγιόν και άλλων προϊόντων μακιγιάζ από τον οίκο Louis Vuitton. Με κάθε συντηρητική εκτίμηση, ήταν γεγονός πως θα προκαλούσε αίσθηση. Είναι ένα από τα μεγαλύτερα brands ειδών πολυτελείας στον κόσμο. Επιπλέον, είναι ένας από τους τελευταίους μεγάλους οίκους που δεν είχαν δραστηριότητα σε αυτό το κομμάτι της ομορφιάς. Μακιγιάζ για αρχή, και sky is the limit.
Όταν, όμως, η συλλογή αποκαλύφθηκε πριν λίγες μέρες, δεν ήταν η συσκευασία που σχεδίασε ο σχεδιαστής Konstantin Grcic, ούτε καν η συμμετοχή της θρυλικής makeup artist Pat McGrath που έδειξαν να τραβούν την προσοχή του κοινού. Αντίθετα, ήταν οι τιμές. Με τιμή 160 δολάρια (περίπου 140 ευρώ) για ένα μόνο κραγιόν ή lip balm και 250 δολάρια (215 ευρώ) για μια παλέτα σκιών ματιών, η Louis Vuitton έχει δημιουργήσει ένα εντελώς νέο τιμολόγιο για το μακιγιάζ της. Το θέμα είναι: μας αφορά;
Μπορείτε να διαβάσετε επίσης: Η δικτατορία του tan line
Το φαινόμενο του κραγιόν
Ίσως το έχετε ξανακούσει ως lipstick effect. Το “φαινόμενο του κραγιόν” είναι, στην ουσία, ένας οικονομικός όρος. Περιγράφει την καταναλωτική συμπεριφορά κατά την οποία συνεχίζουμε να αγοράζουμε μικρά, προσιτά είδη πολυτελείας, όπως το κραγιόν, κατά τη διάρκεια οικονομικών υφέσεων. Η κίνηση αυτή είναι μια ψυχολογική διέξοδος. Ένας τρόπος για να νιώσουμε λίγο καλύτερα όταν οι μεγαλύτερες (σημαντικότερες;) πολυτέλειες είναι εκτός των δυνατοτήτων μας. Όμως, ακόμα και το φαινόμενο του κραγιόν έχει ένα όριο.
Ως πρόσφατα, το ακριβότερο πολυτελές κραγιόν θεωρούνταν το Tom Ford Lip Color και κόστιζε 62 ευρώ. Υπάρχει, φυσικά, και το Precious Lipstick της Clé de Peau στα 100 ευρώ περίπου, όμως το brand δεν έχει ούτε τη δυναμική, ούτε τη διανομή του οίκου Tom Ford, οπότε δεν θα το συμπεριλάβουμε στη σύγκριση. Ομοίως και το κραγιόν του οίκου Hermès στα 69 ευρώ, το οποίο έχει εξαιρετικά περιορισμένη διανομή. Ήδη, στα 62 ευρώ, το κραγιόν TF αποτελεί μια extravaganza που ελάχιστες γυναίκες μπορούν να απολαύσουν. Ακόμα και ως feel good αγορά, στο πλαίσιο του “μια στο τόσο κακομαθαίνω τον εαυτό μου”, είναι δύσκολο για τις περισσότερες να το αποκτήσουν.
Μπορείτε να διαβάσετε ακόμη: Αν το τρίτο πρόσωπο είναι ο έρωτας της ζωής σας;
Με αυτό το δεδομένο, είναι ξεκάθαρο πως ο οίκος Louis Vuitton, υπερδιπλασιάζοντας τις τιμές, επιχειρεί να μοιράσει ξανά την τράπουλα στον χώρο της πολυτέλειας, επανατοποθετώντας, γιατί όχι, τον εαυτό του. Η αγορά της μόδας είναι εξόχως ανταγωνιστική. Και, κακά τα ψέματα, το όνομα Louis Vuitton έχει περάσει φάσεις σημαντικής απαξίωσης, κυρίως εξαιτίας των αντιγραφών. Όλα δείχνουν πως η είσοδος του οίκου στο μακιγιάζ αποτελεί μια πρώτης τάξεως ευκαιρία για reset και στη μόδα. Ακόμα και μέσω Λαμίας.
Όπου φτάνει το πάπλωμα
Στο νεσεσέρ μου υπάρχουν πολλά προϊόντα. Τα περισσότερα από press kits, λόγω δουλειάς, αλλά και κάποια αγορασμένα. Για πολλά από τα πολύ ακριβά προϊόντα που έχω κατά καιρούς χρησιμοποιήσει, έχω πει πως δεν θα τα αγόραζα ποτέ. Όχι επειδή δεν είναι αξιόλογα. Το αντίθετο. Πολλά από αυτά είναι πραγματικά τεχνολογικά επιτεύγματα με εξαιρετικό αποτέλεσμα. Όμως πιστεύω ακράδαντα στην παροιμία που λέει πως πρέπει κανείς να απλώνει τα πόδια του μέχρι εκεί που φτάνει το πάπλωμα. Υπάρχουν προϊόντα υψηλότατης ποιότητας σε πιο προσιτές τιμές. Όταν το μηνιαίο εισόδημα είναι τριψήφιο (ή, έστω, οριακά τετραψήφιο), δεν το ακούω λογικό, ούτε βιώσιμο για μια γυναίκα να κάνει αγορά κρέμας των 500, ή κραγιόν των 140 ευρώ.
Από την άλλη μεριά, κατανοώ απόλυτα τη διάθεση για λίγο big spending. Αν μη τί άλλο, τα καλλυντικά -ειδικά το μακιγιάζ και το άρωμα- είναι ο καλύτερος και πιο άμεσος τρόπος για “όνειρο στη στιγμή”. Από αυτήν την άποψη, ίσως ένα κραγιόν είναι, τελικά, ο πιο φθηνός τρόπος για το κύμα αυταγάπης που όλοι έχουμε κάποια στιγμή ανάγκη. Ακόμα κι αν κοστίζει 140 ευρώ.
Photo credit: Louis Vuitton Instagram