Ευαισθησία à la carte

Ο όρος ευαισθησία έχει κακοποιηθεί όσο λίγοι τα τελευταία χρόνια. Για αυτό έχω μάθει να κοιτάζω με επιφύλαξη τους ανθρώπους που αυτοχαρακτηρίζονται ως "ευαίσθητοι".
Αν δουλεύεις σε υπολογιστή, με καταλαβαίνεις. Η φράση “κάνω γενική καθαριότητα και ξεσκαρτάρισμα” δεν ισχύει μόνο για αποθήκες και φυσικούς χώρους. Έχει εφαρμογή και για τα ηλεκτρονικά αρχεία, στα οποία μπορεί να επικρατεί μεγαλύτερο χάος κι από αποθήκη παλαιοπωλείου. Κι όταν αποφασίσεις να τα τακτοποιήσεις, θέλεις χρόνο.
Είμαι από χθες το πρωί βουτηγμένη σe e-μπόγους πάνω στην επιφάνεια εργασίας και στοίβες emails στο inbox. Προσπαθώντας να αποφασίσω τι θα μείνει και τί θα πάει στα delete forever, πέφτω πάνω σε μια λίγο παλιότερη αλληλογραφία με τον G.
Διαβάστε επίσης: H Bridget Jones μέσα μου
Οι άλλοι που απομακρύνονται
Το μάτι μου διατρέχει το κείμενο και σταματά σε ένα σημείο: “…αυτή η κοπέλα, η τάδε, που έχει πρόβλημα όρασης… Μου έλεγε ότι, όποτε ζητά βοήθεια για να ανέβει την σκάλα στο πανεπιστήμιο, νιώθει πως όλοι προσπαθούν να την αποφύγουν. Αν και δεν βλέπει, το αισθάνεται όταν οι άλλοι απομακρύνονται από δίπλα της…”
Ανατρίχιασα. Ακριβώς όπως είχα ανατριχιάσει την πρώτη φορά που το διάβασα. Έμεινα να σκέφτομαι τη φράση. “Αν και δεν βλέπει, το αισθάνεται όταν οι άλλοι απομακρύνονται από δίπλα της…” Πανεπιστήμιο, ο χώρος της αποδοχής, της συμπερίληψης, της ενσυναίσθησης. #νοτ. Καλά πήγε κι αυτό…
Long distance φιλανθρωπία
Παιδιά που ζουν βουτηγμένα στην κουλτούρα της αυτοβελτίωσης και του getting in touch with your inner self. Αν τους ζητήσεις να περιγράψουν τον εαυτό τους, το πρώτο πράγμα που λένε, τοποθετώντας το συχνά στα μειονεκτήματά τους (σεμνύνονται, τάχα μου), είναι ότι είναι πολύ ευαίσθητοι/ες.
Εγώ, πάλι, ξέρω πως αυτό είναι ένα επίθετο που έχει αντίκρυσμα μόνο αν το πουν άλλοι για σένα, όχι αν το πεις εσύ για τον εαυτό σου.
Κατά τα άλλα, η αδιαφορία για τις ανάγκες του διπλανού φαίνεται να πηγαίνει πάει σύννεφο. Οι ίδιοι που μπορεί να αγοράσουν κάρτες UNICEF ή να στείλουν sms για την ενίσχυση ενός σωματείου για αδέσποτα, είναι οι ίδιοι που ΔΕΝ θα βοηθήσουν την τυφλή συμφοιτήτρια να ανέβει τις σκάλες. Παράλογο; Μπα, μάλλον συνεπές με την εποχή της long distance φιλανθρωπίας.
Η κουλτούρα της “ευαισθησίας” και πως να την αποφύγετε
Ίσως είμαι λίγο πιο αυστηρή από όσο θα’ πρεπε. Δεν αποκλείεται. Πιστεύω ακράδαντα, ωστόσο, πως ο όρος ευαισθησία έχει κακοποιηθεί όσο λίγοι τα τελευταία χρόνια. Για αυτό έχω μάθει να κοιτάζω με επιφύλαξη τους ανθρώπους που αυτοχαρακτηρίζονται ως “ευαίσθητοι”. Αυτονοήτως, δεν τον έχω χρησιμοποιήσει ούτε μία φορά για εμένα την ίδια. Η προσωπική μου πείρα λέει πως κάτω από ανάλογους αυτοχαρακτηρισμούς κρύβονται τα πιο αναίσθητα άτομα. Άνθρωποι με “εγώ” και αίσθημα αυτοσυντήρησης τόσο υπερ-διογκωμένα που το μόνο τραγούδι που θα τους ταίριαζε είναι το soundtrack της ταινίας “Live and Let Die” -ένας James Bond είναι πάντα επίκαιρος.
Φέρνοντας στο μυαλό την εικόνα του κοριτσιού να ανεβαίνει με δυσκολία τις σκάλες γιατί ουδείς “ευαίσθητος/η” συμφοιτητής/τρια της δεν βρέθηκε να βοηθήσει, ένιωσα τόσο άσχημα που ανέβηκε το στόμα μου μια πικρή επίγευση. Τίποτα δεν γιατρεύει την πικρή γεύση καλύτερα από ένα κομματάκι σιροπιασμένο ψητό κυδώνι. Εκ των υστέρων σκέφτηκα πως ταιριάζει και με το θέμα. Το κυδώνι είναι ένα στυφό φρούτο που, όμως, μπορεί να γλυκάνει. Αρκεί να το θέλουμε.
Υγ. H Audrey Hepburn, ως τυφλή Susy Hendrix στην ταινία Wait until dark (1967). Η ταινία είναι μια από τις πρώτες στο Hollywood στην οποία ο βασικός πρωταγωνιστικός ρόλος είναι άτομο με αναπηρία.
Photo credits: IMDb
Διαβάστε επίσης: Ιστορίες με τη (κίτρινη) μεζούρα…